news:

cover page: Belfry of Bruges

news: Once you have traveled, the voyage never ends, Pat Conroy


5 Ιουλ 2016

Σιδηροδρομική Ελβετία (my sweet Switzerland)

Ο Δρόμος προς τη Ζυρίχη
Val Telegdi
Grüezi Switzerland
1. Rigi–Kulm
2. Laax–Flims, Rafting στο Ρήνο
3. Vaduz
4. Arosa–Davos–St. Moritz–Lago di Lugano
5. Linthtal, Braunwald
6. Pilatus
7. κεντρική Ελβετία
8. Berner Oberland
9. Siemmental–Rhône–Centrovalli
10.St. Gottardo

Αλπικές Περιηγήσεις – Αντί Προλόγου
Δεν είχα σκοπό να αρχίσω κάποια περιήγηση, και αφήγηση μαζί, για μία περίοδο της ζωής μου που χρονολογείται στο απώτερο παρελθόν. Όμως το ερέθισμα έλαβα από το διάβασμα ενός βιβλίου, του Laurence Bergreen για τον εκπληκτικό περίπλου ενός μεγάλου θαλασσοπόρου, όπου και αντιλήφθηκα ότι όλοι μας κρύβουμε μέσα μας ένα σύγχρονο Μαγγελάνο και τον αποκαλύπτουμε την κατάλληλη στιγμή. Και αυτή ήρθε όταν ανακάλυψα εντελώς τυχαία το ημερολόγιο εκείνης της περιόδου, αραχνιασμένο, πάνω σε ένα ράφι που είχε να το δει ο ήλιος πάνω από είκοσι χρόνια! Ανοίγοντας τις πρώτες σελίδες του, διακτινίστηκα στα μέσα τις δεκαετίας του ΄80, τότε που εγκατέλειψα το κρητικό νησί, με το υπέροχο κλίμα χειμώνα–καλοκαίρι και τράβηξα πολύ βορειότερα, στην παγωμένη Ζυρίχη, όπου μου πρόσφεραν μια θέση εργασίας στο ομώνυμο Πολυτεχνείο.
 

Ο Δρόμος προς τη Ζυρίχη
Εικ.1
Φεβρουάριος του 1987. Στο επιστημονικό περιοδικό Physikalische Blätter διαβάζω για μία προκήρυξη θέσεως στο Ομοσπονδιακό Πολυτεχνείο Ζυρίχης (ΕΤΗ). Ήταν η εποχή που φλερτάριζα με μία εκπαιδευτική άδεια. Χωρίς να δώσω μεγάλη βαρύτητα έστειλα ένα σύντομο βιογραφικό στον Telegdi και έλαβα μία απάντηση έκπληξη (Εικ.1): «…. Aufgrund Ihrer bisherigen Tätigkeiten würden Sie für die zu besetzende Stelle sehr geeignet sein…». Το πρώτο που έκανα ήταν να ρωτήσω γνωστούς και φίλους, να πάρω τέλος πάντων κάποιες συστάσεις για πρόσωπα και πράγματα. Οι απόψεις τους δεν με ικανοποίησαν και γι’ αυτό στράφηκα στο μέντορα της φυσικής, Wolfgang Demtröder τον οποίο συνάντησα το Μάρτη 1987 στο Göttingen της Γερμανίας κατά τη διάρκεια του ετήσιου συνεδρίου φυσικής: «….. το πείραμα είναι αρκετά δύσκολο, αλλά αν το πετύχετε θα γίνετε διάσημοι, διαφορετικά δεν θα έχετε να κερδίσετε τίποτε σημαντικό..». Πράγματι, πολύ εύστοχη παρατήρηση, γιατί ήταν η πρώτη φορά που άκουγα λεπτομέρειες για το πείραμα της parity violation (στα ελληνικά: πείραμα κατοπτρικής συμμετρίας).

Μέχρι τη δεκαετία του ΄50 τα πειράματα συμφωνούσαν στην υπόθεση ότι οι φυσικοί νόμοι παρέμεναν κατοπτρικά αμετάβλητοι. Αυτό σήμαινε ότι η φύση δεν έδειχνε προτίμηση σε δεξιόστροφα ή αριστερόστροφα συστήματα και καταλήγαμε στο συμπέρασμα της Αρχής της Διατήρησης της Κατοπτρικής Συμμετρίας (ο επιστημονικός όρος είναι ομοτιμία ή πάριτυ). Οι πρώτες όμως ενδείξεις σε πειράματα υψηλών ενεργειών έδειχναν ότι η πάριτυ δεν διατηρείται (parity violation), γεγονός που είχε προταθεί από θεωρητικούς φυσικούς και πιστοποιήθηκε το 1957 από πειραματικούς συναδέλφους τους. Όταν ο Telegdi έγινε καθηγητής στη Ζυρίχη, έφερε μαζί του τη φαεινή ιδέα να εκτελέσει το ίδιο πείραμα σε χαμηλότερες ενέργειες (με τη βοήθεια των ακτίνων Λέιζερ) και με την κρυφή ελπίδα, αν το πείραμα πετύχαινε, να ελάμβανε το βραβείο Νόμπελ, το οποίο είχε χάσει στο Σικάγο στα μέσα της δεκαετίας του  ΄50!

Το εγχείρημα αυτό έμεινε στην ιστορία ως πείραμα της Ζυρίχης και στηρίχτηκε βασικά στη μέτρηση φωτός λέιζερ, όταν αυτό διέρχεται μέσα από ατμούς Καισίου, με διαφορετικό χαρακτήρα πόλωσης. Ψάχναμε δηλαδή για απειροελάχιστες διαφορές, πνιγμένες μέσα στο θόρυβο των σημάτων, που για να γίνουν διακριτές έπρεπε να περιμένουμε καρτερικά … μια, δύο ίσως και τρεις εβδομάδες συνεχών μετρήσεων. Η ψυχική προετοιμασία, η «θεϊκή» εύνοια για περιορισμό απρόβλεπτων καταστάσεων, αλλά και η εμπειρία στη διαχείριση επιστημονικών κρίσεων (τι κάνεις όταν δεν λειτουργεί μια βασική συσκευή) ήταν τα μόνα διαθέσιμα όπλα μας. Ο Telegdi ήξερε όλους αυτούς τους κινδύνους και έψαχνε τον «κατάλληλο» στις ακτίνες Λέιζερ. Και τον βρήκε (Εικ.2,3).!! 
 
 
Εικ.2
Εικ.3. Στο lab με το Γιάννη Λαζάρου

 
Ο Γιάννης Λαζάρου θυμάται: Το συνέδριο στο Swansea ήταν 24-29 Ιουλίου 1988. Την άλλη μέρα, 30 Ιουλίου κατά τις 11:00 έφτασα στη Ζυρίχη και πήγαμε αμέσως στο ΕΤΗ και μετά για καφέ σε μία ωραία καφετέρια σε ένα πάρκο όπου τους έβαλες τις φωνές επειδή μας ζήτησαν να πληρώσουμε παραπάνω γιατί έπαιξε η ορχήστρα λίγο πρίν φύγουμε... η Εικ.3 είναι το μεσημέρι της 30ης Ιουλίου 1988. Στις 31 Ιουλίου πήραμε το τραίνο και πήγαμε την απίστευτη διαδρομή (ανοδικές κυκλικές διαδρομές με την περίφημη εκκλησία στο Wassen, τώρα τα αναπολώ σαν όνειρο) μέχρι το Göschenen και μετά πήραμε το λεωφορείο για τα βουνά που έφαγα μία νόστιμη ομελέτα που έκανε κοντά στις 2000 δρχ. Την 1 Αυγούστου πήγαμε περπάτημα σε ένα πάρκο στα βόρεια κοντά στα σύνορα με Γερμανία και μετά είδαμε τα βεγγαλικά. Εκείνο το βράδυ έριξε πολλή βροχή με αστραπές και μπουμπουνητά και με έπιασε φόβος γιατί την άλλη μέρα, 2 Αυγούστου ταξίδευα πίσω στην πτωχή πλην τίμια Ελλαδίτσα μας, σε ένα σχεδόν άδειο Boeing 727 της Ολυμπιακής, όπου μας παρακαλούσαν οι αεροσυνοδοί να φάμε τον καπνιστό σολωμό για να μην πάει χαμένος.
 
Η υπόλοιπη ομάδα (Εικ.4) του πειράματος περιελάμβανε;
Nick Schlumpf. Ελβετός υπήκοος που εκπονούσε τη διδακτορική του διατριβή. Είναι ο τύπος από τον οποίο έμαθα ελβετικά. Παντού μιλούσε schwyzertütsch (swiss–german) ακόμη και όταν η συνεννόηση γινόταν στα αγγλικά. Ήταν ειδικός για την καρδιά του πειράματος, τη συσκευή που περιείχε το Καίσιο, ήταν άλλωστε το θέμα του διδακτορικού του. Καθαρόαιμος Ελβετός, δούλευε από τις 08.00 μέχρι 19.00, ούτε δευτερόλεπτο παραπάνω ή παρακάτω. Σήμερα δουλεύει ως project manager σε μία ελβετική εταιρία.
Antoine Weis. Τον φωνάζαμε Tun, ήταν από το Λουξεμβούργο με ξανθά μαλλιά και πράσινα μάτια. Εργαζόταν στη Ζυρίχη πολλά χρόνια, έλαβε το πτυχίο φυσικής, τη διπλωματική του, το διδακτορικό και την υφηγεσία του, από τον ίδιο τον επιβλέποντα, τον Telegdi. Ήταν δηλαδή το δεξί του χέρι. Μόλις τελείωσε το πείραμα, μετακόμισε στο Koblenz της Γερμανίας, μετά στο Μόναχο, στη Βόννη και σήμερα είναι καθηγητής στο Fribourg της Ελβετίας. Είχε σφαιρική αντίληψη για θέματα φυσικής και ειδικότερα του πειράματος.
Mrs Chen. Η συμπαθής κινέζα που διάλεξε λάθος εποχή να επισκεφτεί την Ευρώπη. Ήταν η περίοδος των «υπομονετικών κινέζων», που σκυμμένοι πάνω στο πείραμα, ρύθμιζαν κουμπάκια και κουμπάκια μέχρι να πετύχουν τον τέλειο συνδυασμό.

Εικ.4

 
Το πείραμα αυτό ήταν σαν μία αλυσίδα. Αν κοβόταν ένας κρίκος, το πείραμα θα σταματούσε. Η αγωνία αυτή κράτησε συνολικά πάνω από δέκα χρόνια. Τί άγχος υπήρχε αν κάποιος από την ομάδα αρρώσταινε ή τουλάχιστον αστοχούσε, τί συγχρονισμός ενεργειών για το αναπόφευκτο, τί εξάντληση για την περάτωσή του!
 

Val Telegdi, Professor der Experimentalphysik 
Έτσι συστηνόταν παντού και πάντα, αν και ήταν θεωρητικός φυσικός. Στις αδύναμες στιγμές του όμως συμφωνούσε ότι δεν είναι τόσο οικείος με το πείραμα. Ήταν δύο περίπου τα μεσάνυκτα μαζί με τον Tun, σε μία μπυραρία στην Niederdorfstrasse με μπύρα και λουκάνικα, όταν άρχισε να μου εξιστορεί το κεφάλαιο Telegdi, όπως τον γνώρισε τα τελευταία δέκα χρόνια που δούλευε μαζί του.
 
Ξεκίνησε στο περίφημο Fermi Lab του Σικάγου και ασχολήθηκε με την ιστορία των Μιονίων (εξ ου είχε το παρατσούκλι Mr. Muon). Στάθηκε άτυχος σε μεγάλες διακρίσεις καθότι η τύχη δεν τον ευνόησε και πάντα κάποιοι άλλοι τον προλαβαίνανε. Ερχόμενος στην Ευρώπη δούλεψε στο CERN και έγινε καθηγητής στο ΕΤΗ Ζυρίχης. Στα μέσα της δεκαετίας του ΄70 άρχισε να στήνει το περίφημο πείραμα στο HRK κτήριο στο Hönggerberg και επιδοτήθηκε από την ελβετική κυβέρνηση με ένα μεγάλο ποσό ελβετικών φράγκων. Η κύρια κατοικία του ήταν στη Γενεύη που ζούσε μαζί με τη σύζυγο, την ιταλίδα Lidia Leonardi, την οποία ποτέ δεν γνώρισα, και τον αγαπημένο γάτο του. Στην Ζυρίχη ερχόταν κάθε Τρίτη, όπου είχε μάθημα και διέμενε σε ένα διαμέρισμα στον ποταμό Limmat (απέναντι από την οδό Limmatquai), που του το είχε παραχωρήσει το ομοσπονδιακό Πολυτεχνείο.
 
Ο Telegdi ήταν παιδί ουγγρο–εβραϊκής οικογένειας. Ο πατέρας του ήταν αντιπρόσωπος και έτσι ο νεαρός Telegdi σαν involuntary tourist τον ακολουθούσε παντού. Αυτό τον βοήθησε να γίνει πολύγλωσσος. Μιλούσε άπταιστα αγγλικά, γερμανικά, γαλλικά, ιταλικά και τη μητρική του γλώσσα, ενώ ισχυριζόταν ότι μπορούσε να συνεννοηθεί σε άλλες επτά γλώσσες και διαλέκτους. Για την πολυγλωσσία του, ο φίλος του Feynman του είχε πει κάποτε «It is difficult to imagine what you could achieve in physics if you did not waste time on languages». Σπούδασε χημικός μηχανικός στο πανεπιστήμιο της Λωζάνης και συνέχισε τις μεταπτυχιακές του σπουδές στη Ζυρίχη. Το 1951 αναχωρεί για το Σικάγο, τη Μέκκα της Φυσικής, και παρέμεινε εκεί για τα επόμενα 25 χρόνια. Έγινε διάσημος φυσικός (κατείχε την έδρα Fermi στο Σικάγο) και ήταν άπιαστος στις επιστημονικές συζητήσεις. Ήθελε και επέβαλε να είναι το επίκεντρο στη συζήτηση και να είναι γνώστης των πάντων. Σε περίπτωση, που πιανόταν σπάνια «αδιάβαστος» χρησιμοποιούσε την εξής τακτική: έβρισκε μια δικαιολογία και έφευγε βιαστικά. Στην επόμενη συνάντηση, σου θύμιζε το πρόβλημα και σου το έλυνε χωρίς καν να βιάζεται… 
 
Στην «τσέπη» ήταν σφικτός. Κάποιοι θυμούνται ένα λουκάνικο που είχε φέρει στο «bring your own to our party» ισχυριζόμενος ότι δεν θα φάει περισσότερο! Παράλληλα ήταν αυταρχικός και taff. Θυμάμαι μία από τις πολύωρες και εξαντλητικές συσκέψεις μας, που τελείωσε αργά τα μεσάνυκτα και μετά από κάμποση ώρα ήρθε στο γραφείο μου ρωτώντας «τι νεώτερα έχεις για το πείραμα» και στην αρνητική απάντηση ψιθύρισε «… schon wieder ein verlorener Tag»! Ήταν όμως και απολαυστικός στην παρέα εκτός πειράματος. Τις Τρίτες βγαίναμε όλοι μαζί για Döner Kebap στην Niederdorfstrasse και μας διηγιόταν ιστορίες για τους Heisenberg και Fermi, τους χαρακτήρες των οποίων θεωρούσε σκληρούς. Για τους Pauli και Feynman μιλούσε αντίθετα με τα καλύτερα λόγια. Τον Dirac θεωρούσε μονολεκτικό. Θα μπορούσες να μιλούσες ώρες μαζί του –μας έλεγε– και να σου απαντούσε σκέτα με ένα ja, nein, ich weiss, schon, … ja! Οι χειρονομίες του Telegdi και οι εκφράσεις προσώπου του ποτέ δεν άλλαξαν, ακόμη και την ημέρα που πήρε σύνταξη, τον Απρίλιο του 1989. Το 1991 η ομάδα χώρισε. Από τότε ποτέ δεν τον ξαναείδα. Του έστειλα κάποιες χριστουγεννιάτικες κάρτες και μία επιστολή χωρίς να λάβω ποτέ απάντηση, μέχρι που πληροφορήθηκα το θάνατό του. 
 

Grüezi Switzerland
Η Ελβετία (Εικ.5, Schweiz, Suisse, Svizzera ή Svizzra) γεωγραφικά βρίσκεται στο κέντρο της Ευρώπης και οικονομικά στους επτά ουρανούς. Έχει ιδιότυπες διεθνείς σχέσεις, προερχόμενες ενδεχομένως από την παραδοσιακή ουδετερότητα–απομόνωση που κρατά πάνω από 200 χρόνια. Ως πρότυπο σύγκρισης έχουν τους Αμερικάνους και γι’ αυτό ο συμβολισμός IAG=In Αmerika Gewesen (έκανα στην Αμερική) είναι στην Ελβετία παράδειγμα προς μίμηση. Η ευγένεια είναι χαρακτηριστική. Καλημερίζονται με χειραψία και με την έκφραση Grüezi mitanand, όμως θεωρώ τις ανθρώπινες σχέσεις τους μάλλον επιφανειακές. Εντούτοις θα είναι άδικο να μην προσδώσουμε σε αυτόν το λαό μεγάλη κοινωνική ευαισθησία και σύμπραξη, ενώ λέξεις όπως πειθαρχία και ακρίβεια βρίσκουν εκεί το νόημά τους. Σε αυτό το αλαλούμ των αντικρουόμενων συναισθημάτων, σημαντικό ρόλο καθορίζουν οι γεωγραφικές συνθήκες και το ανάγλυφο του εδάφους, που δεν τους επιτρέπει να αναπτύξουν τις γνωστές μεσογειακές μας συνήθειες.

Εικ.5
 
Ήταν Μάρτιος του 1987 όταν πάτησα για πρώτη φορά το πόδι μου στη Ελβετία. Η συνάντηση με τον Telegdi είχε κανονιστεί για τις 1130 στο σιδηροδρομικό σταθμό της Ζυρίχης, όπου θα έφτανα με την ταχεία αμαξοστοιχία από το Μόναχο. Το κρύο ήταν τσουχτερό, πρέπει να είχε αρκετούς βαθμούς κάτω από το μηδέν. Μόλις συστηθήκαμε, με πήγε κατευθείαν σε ένα σεμινάριο, που μιλούσε κάποιος για θέματα θεωρητικής φυσικής. Την ομιλία παρακολούθησα ελάχιστα, γιατί ήμουνα σαστισμένος με τη χλιδή του πανεπιστημιακού αμφιθεάτρου που δεν είχε καμία σχέση με τα ελληνικά πανεπιστήμια.

Το Πολυτεχνείο της Ζυρίχης (Eidgenössische Technische Hochschule Zürich), γνωστό ως ETH Zürich, αποτελείται από το κεντρικό κτήριο (που βρίσκεται στο κέντρο της πόλης, σχεδιάστηκε από το αρχιτέκτονα Semper, του οποίου το πιο διάσημο έργο είναι η Όπερα της Δρέσδης, και εγκαινιάστηκε το 1855) και τα καινούργια συγκροτήματα (campus) που είναι κτισμένα στην περιφέρεια της πόλης, πάνω στο λόφο του Hönggerberg, σε απόσταση 20 λεπτών με το αυτοκίνητο από το κέντρο της Ζυρίχης. Το πλέον εντυπωσιακό κτήριο, την εποχή εκείνη, είχαν οι αρχιτέκτονες που λόγω της εμφάνισής του, το ονόμαζαν Hilton. Ήταν ένα γυάλινο κτήριο που στη δύση αντανακλούσε τις ακτίνες του ήλιου και γέμιζε το χώρο με ένα πορφυρό χρώμα.

Όλα τα κτήριά του ήταν κτισμένα πάνω από ένα υπόγειο parking και επικοινωνούσαν μεταξύ τους με υπόγειες σήραγγες. Οι σήραγγες και η κάθε είδους τρύπα είναι η μεγάλη «αγάπη» των Ελβετών. Υπάρχουν παντού τούνελ, σήραγγες και υπόγεια καταφύγια, έτοιμα να δεχτούν τους πολίτες σε περίπτωση «πυρηνικού ολοκαυτώματος». Και δεν είναι μόνο αυτό. Πουλάνε τρόφιμα, ακόμη και νερό, για περιπτώσεις που ο πόλεμος θα κρατήσει πάνω από δύο χρόνια! Έτσι τουλάχιστον γράφουν οι ετικέτες «διατηρείται για 24 μήνες». Και επειδή πρέπει να υπάρχουν άτομα που να συντηρούν τους χώρους αυτούς, επινόησαν τη «Δια Βίου» στρατιωτική εκπαίδευση, και μάλιστα με προαγωγή. Όπως μου έλεγε φίλος Ελβετός, συνήθιζε να υπηρετεί εθελοντικά, ανά δυο ή τρία χρόνια και κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, φθάνοντας μάλιστα στο βαθμό του Ταγματάρχη. Μου δήλωνε επίσης πειστικά, ότι αυτό το είδος της κατάρτισης ήταν πολύ σημαντικό για εκείνον που ήθελε να κάνει καριέρα στο Δημόσιο, «για να μπορέσεις να κυβερνήσεις μία κοινωνία, θα πρέπει τουλάχιστον να έχεις κυβερνήσει μια ομάδα ατόμων» έλεγε. Αμέσως, σκέφτηκα πόσοι αντίστοιχοι Έλληνες έχουν πάρει απολυτήριο στο στρατό ως Ι3 και είναι τουλάχιστον προϊστάμενοι σε δημόσιες υπηρεσίες!

Εικ.6 ....ας ξεκινήσουμε λοιπόν!

Στην Ελβετία έμεινα περίπου τρία χρόνια. Από την αρχή εντυπωσιάσθηκα από τους ορεινούς της όγκους και τη μεγαλοπρέπειά τους και αποφάσισα να τους επισκεφτώ. Άρχισα τις αλπικές περιηγήσεις, παρέα με τα άπαντα του Ζαχαρία Παπαντωνίου, και σημείωνα τις εντυπώσεις μου από τις διάφορες βουνοκορφές και τα διάσελα, ακόμη και από τα μικρά χωριουδάκια ή τις πολίχνες. Αφορμή για τις εξορμήσεις ήταν και η συνδρομιτική κάρτας (Abonnement) των ελβετικών σιδηροδρόμων, που μας είχε δωρίσει το ΕΤΗ και επιβάρυνε ελάχιστα το ψηλό κόστος των μετακινήσεων, σε μία χώρα που θεωρείται τουριστικά μία απο τις ακριβότερες της Ευρώπης. Οι εκδρομές έλαβαν χώρα μόνο τα σαββατοκύριακα, σπάνια τριήμερα, ενώ μόνο μία εκδρομή διήρκεσε περισσότερο. Ήταν εκείνη στο πιο γνωστό στενό των Άλπεων και με το οποίο θα κλείσω τις περιηγήσεις μου. Τα εισιτήρια που έκοψα και τα διαφημιστικά φυλλάδια φαίνονται στις Εικ. 7, ενώ οι διαδρομές που ακολούθησα σχεδιάζονται στην Εικ. 8 και περιγραφικά παρακάτω.
 
Εικ.7.1... εισιτήρια παντού...
Εικ.7.2.... διαφημιστικά της εποχής εκείνης

Εικ.8 ...οι διαδρομές μου

1. περιήγηση: Rigi–Kulm (υψ. 1800μ)
Το Rigi–Kulm είναι μια κοντινή εκδρομή από την Ζυρίχη. Φθάνεις με το τρένο στο Arth–Goldau και μετά συνεχίζεις με τον παραδοσιακό οδοντωτό σιδηρόδρομο. Η θέα κατά μήκος της διαδρομής είναι φανταστική. Το δάσος απλώνεται γύρω μας γεμάτο με τη μαύρη ελάτη και τους κέδρους. Ο οδοντωτός διασχίζει το μεγάλο φαράγγι και φθάνει χωρίς να αγκομαχά στα 1650μ υψόμετρο στο χωριό klosterli και μετά στο Rigi Staffel (Εικ.9,10). Η δυσκολία τώρα αρχίζει, που η ανωφέρεια είναι περίπου 20%, ενώ η χλωρίδα από δασική γίνεται αλπική. Φθάνουμε στην κορυφή, στα 1800μ, που είναι επιβλητική. Το ηλιοβασίλεμα ξεχωρίζει από πολλά άλλα μέρη της Ελβετίας και το εξύμνησαν πολλοί διάσημοι που βρέθηκαν εκεί, όπως ο Γκαίτε, ο Τσάρος Αλέξανδρος, ο Βίκτωρ Ουγκώ. Η επιστροφή γίνεται συνήθως από το Vitznau και με καραβάκι μέχρι τη Λουκέρνη, διασχίζοντας την Vierwaldstättersee (η λίμνη των τεσσάρων δασικών περιοχών ή των τεσσάρων καντονίων όπως μεταφράζεται από τα γαλλικά).

Ο σιδηρόδρομος Rigi–Kulm–Vitznau είναι ο πιο παλιός οδοντωτός σιδηρόδρομος της Ευρώπης. Τα θεμέλια της γραμμής τέθηκαν το 1870. Οι εργασίες κατασκευής άργησαν να περατωθούν, επειδή οι Γερμανοί έκλεψαν το φορτίο με τις ράγες, για να το χρησιμοποιήσουν στο γαλλο–γερμανικό πόλεμο. Εμπνευστής και κατασκευαστής του περίφημου αυτού οδοντωτού σιδηροδρόμου είναι ο Niklaus Riggenabach, ο οποίος παρέμεινε στην ιστορία ως σχεδιαστής ενός νέου οδοντωτού συστήματος με σταθερότερα γρανάζια.

Εικ 9 και 10

Το καλοκαίρι του 1987, μαζί με το συνάδελφο και ορειβάτη Θωμά από τη Ναύπακτο, ξεκινήσαμε από κάποιο άλλο σημείο, το Rigi–Scheidegg, και κατά μήκος της κορυφογραμμής φθάσαμε στο Kaltbald μετά από τέσσερις ώρες πεζοπορίας. Μας περίμεναν ακόμη τα τελευταία 300 μέτρα με την ανωφέρεια του 20%! Είχαμε ήδη κουραστεί. Περπατούσαμε και σταματούσαμε. Τα ορειβατικά παπούτσια ήταν βάρος για τα πόδια μου και τα έβγαλα. Τελικώς φθάσαμε στην κορυφή όπου ένα υπέροχο ξενοδοχείο–εστιατόριο δεσπόζει εκεί επάνω. Το γεύμα μας περιείχε βραστά λαχανικά με Rahmensoße (ειδική άσπρη σάλτσα) και ως κύριο πιάτο Älplermagronen (μακαρονάκι, φέτα πατάτα, λιωμένο τυρί, άσπρη σάλτσα και τσιγαριστά κρεμμύδια). Όλο το πιάτο άχνιζε και η μυρουδιά ερέθιζε τα ρουθούνια μας, κάνοντάς μας να αισθανόμαστε άρχοντες. Η μπύρα συνόδευσε το γεύμα μας, ενώ η πινελιά που ολοκλήρωσε τη γευστική μας απόλαυση ήταν το επιδόρπιο Café Crème mit Apfelstrudel (καφές με μηλόπιτα χωρίς σαντιγύ).

2. περιήγηση:  Laax–Flims, Rafting στο Grand Canyon της Ευρώπης
Ενώ σε κάθε ελληνική πόλη υπάρχει η ημέρα του πολιούχου και ξυπνάμε κατά τις 10, στην κεντρική Ευρώπη το έθιμο απαιτεί μία ημερήσια εκδρομή, που στα γερμανικά καλείται Betriebsausflug, και συμμετέχουν όλοι οι εργαζόμενοι. Εφέτος, το ινστιτούτο είχε προγραμματίσει την εκδρομή αυτή στην περιοχή Chur, στην ανατολική Ελβετία, ειδικότερα εκεί που ο Ρήνος διέρχεται μέσα από ένα απότομο φαράγγι (Rheinschlucht) και μετά αρχίζει συνεχώς να πλαταίνει κατευθυνόμενος προς τα βόρεια και την Bodensee. Το «εγχείρημα» θα ήταν να διασχίσουμε με λαστιχένιες βάρκες το Ρήνο προτού φτάσει στο φαράγγι, σε ένα τμήμα του που λέγεται Vorder Rhein, και είναι ορμητικός με πολλούς στροβιλισμούς. Τι άλλο καλύτερο για ένα Rafting (Εικ.11).

Εικ. 11

Αυτό το είδος του extreme sport είναι πλέον πολύ αγαπημένο και στους Έλληνες. Την εποχή εκείνη ήταν μάλλον άγνωστο. Το μόνο γνωστό ήταν το χωριό Ραφτάδες του νομού Άρτας, που χαριτολογώντας οι rafters, ισχυρίζονται ότι από εκεί προέρχεται η ονομασία του! Rafting βασικά σημαίνει «διασχίζω τον ποταμό με ξύλινη σχεδία». Βιοποριστικό επάγγελμα που εξασκούσαν οι πρόγονοι αμερικάνοι την εποχή των ανακαλύψεων. Η σχεδία μετατράπηκε σε λαστιχένια βάρκα και το επάγγελμα σε άθλημα και διασκέδαση. Χιλιάδες «ραφτάδες» κατεβαίνουν κάθε χρόνο τα ποτάμια, τα οποία και αξιολογούν με διαφορετικό βαθμό δυσκολίας. Στην Ελλάδα, τέτοια ποτάμια βρίσκονται κυρίως στην κεντρική Ελλάδα, ενώ ο Λούσιος στην Πελοπόννησο θεωρείται ποταμός μέσης δυσκολίας.

Ξεκινήσαμε πρωί–πρωί γιατί το ταξίδι θα ήταν μακρινό. Πήραμε και μια αλλαξιά μαζί μας, γιατί είχαμε προειδοποιηθεί ότι θα την χρησιμοποιούσαμε στα σίγουρα! Ήμουνα ανήσυχος για τον καιρό, μήπως θα έβρεχε και θα βρεχόμαστε! Το τί όμως με περίμενε δεν το είχα φανταστεί. Ήμουνα ο πρωτάρης της παρέας. Στην πολίχνη Flims κάναμε την τελευταία στάση και τραβήξαμε για το Laax σε χαμηλότερο υψόμετρο 1010μ. Από εκεί περνά ένας παραπόταμος του Ρήνου που χύνεται με ορμή στον πατέρα Ρήνο. Εκεί μας περίμεναν οι βάρκες και οι πλοηγοί, ντυθήκαμε με σωσίβια, φορέσαμε κάσκα και πήραμε από ένα κουπί.

Οι Ελβετοί, πλήρως οργανωμένοι είχαν φέρει μαζί τους αδιάβροχο παντελόνι και παπούτσια ποταμών. Εγώ, το μόνο αδιάβροχο ήταν το ρολόι μου και επειδή δεν του είχα εμπιστοσύνη, το άφησα στο σακίδιο. Έτσι, σαν να πήγαινα για καφέ, μπήκα στη σειρά με το μπλουζ-τζιν, ένα πουκαμισάκι και το τζάκετ. Ήμουνα μια ανορθογραφία.  Το πρώτο στάδιο ήταν να μεταφέρουμε τη βάρκα στο νερό. Με το δεύτερο πάτημα βρεθήκαμε να κολυμπάμε. Στο τρίτο, ήταν αδιάφορο τι εξοπλισμό είχαμε. Είχαμε όλοι βραχεί. Αμέσως άρχισε το μάθημα από ένα 16χρονο νεαρό που μας μάθαινε συντονισμό και σωστή χρήση του κουπιού. Έτσι άρχισε ένα ταξίδι δεκαεπτά υδάτινων χιλιομέτρων μέσα στο «Grand Canyon» της Ευρώπης (Εικ.12).

Εικ 12

Το Ρήνο έχουν υμνήσει πολλοί και δεν είχαν άδικο. Με μήκος 1320 χιλιομέτρων διέρχεται από όλη σχεδόν την κεντρική Ευρώπη, και δημιουργεί ρομαντισμό (θρύλος της Loreley κοντά στη Βόννη), ιστορία (η πεδιάδα του Ρουρ ήταν σήμα κατατεθέν στην εποχή της βιομηχανικής επανάστασης), πόλο έλξης τουριστών (καταρράκτες στο Schaffhausen) και πεζοπορία, προσπαθώντας να ανακαλύψεις τις πηγές του πάνω στους παγετώνες των κεντρικών Άλπεων. Αυτές πηγάζουν από μια μικρή λίμνη σε υψόμετρο 2345 μέτρα στο καντόνι του Graubünden. Ονομάζεται Tomasee και βρίσκεται λίγο πιο κάτω από την κορυφή Piz Badus, κοντά στο διάσελο του Oberalp (Oberalppass). Η περιοχή αποτελεί εθνικό δρυμό και μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς. Το νερό της λίμνης είναι πόσιμο και δεν έχει μολυνθεί από τη βοσκή των αγελάδων. Γεωγραφικά, η Tomasee βρίσκεται στη νότια πλευρά του ορεινού αλπικού συγκροτήματος και σχηματίζει το Ρήνο που συνεχίζει βορειοανατολικά για να εκβάλλει τελικά σε ένα εκτεταμένο Δέλτα στη Βόρεια Θάλασσα. Η περιοχή αυτή δεν θα μπορούσε να αποτελέσει πόλο έλξης τουριστών μόνο για το Ρήνο, αλλά επειδή μερικά χιλιόμετρα πιο πέρα και από τη βόρεια πλευρά της (περιοχή Belvedere, Furka) πηγάζει ένας άλλος μεγάλος ποταμός της Ευρώπης που ακολουθεί αντίθετη πορεία. Με νοτιοδυτική ροή, διέρχεται μέσα από τη λίμνη Léman και εκβάλλει στην περιοχή Camarque της νότιας Γαλλίας. Είναι ο Ροδανός ποταμός.

Ας ξαναγυρίσουμε στο Ρήνο και στο Rafting. Πρώτη φορά γεύτηκα την εμπειρία της κωπηλασίας μέσα σε ποτάμι. Γύρω σου να υψώνονται βράχοι δεκάδων μέτρων, κάπου τα νερά να ηρεμούν, αλλού να είναι ορμητικά αναγκάζοντας τους αριστερούς να κάνουν γρηγορότερα κουπί, ενώ οι δεξιοί κρατούσαν φρένο, και στην επόμενη στιγμή να συμβαίνει το αντίθετο. Στους στροβιλισμούς σηκωνόταν ολόκληρη η βάρκα και την ώρα της προσθαλάσσωσης όλοι μας βρεχόμαστε. Το αεράκι έκανε αισθητή την παρουσία του πάνω στα βρεγμένα ρούχα μας, που τα στέγνωνε μόνο προσωρινά. Ορμητικά νερά, ελιγμούς σε στενά περάσματα, μία γοητεία που δεν την νοιώθεις καθημερινά. Στο τέλος της διαδρομής μάς έδωσαν και μετάλλιο για την επιτυχία μας! Το αξίζαμε. Ντυθήκαμε γρήγορα φορώντας στεγνά ρούχα. Στην επιστροφή σταματήσαμε σε ένα παραδοσιακό εστιατόριο. Ήταν η ώρα που δειπνούν οι Ελβετοί.

Η ελβετική κουζίνα διαφοροποιείται από περιοχή σε περιοχή. Ως αυθεντική γαρνιτούρα στο κύριο πιάτο θεωρείται το Rösti (βραστή πατάτα σε μικρά κομματάκια ψημένα στο φούρνο), προέλευσης ανατολικής Ελβετίας, που η νοστιμιά του επεκτάθηκε με τον καιρό σε όλη σχεδόν την επικράτεια. Στα γαλλόφωνα καντόνια, συνηθίζεται το Käsefondue και Raclette, ενώ σε περιοχές μεγάλων λιμνών προτιμούνται menü ψαριών, όπως Felchen, Engi, Forellen κ.ά. Στο καντόνι της Βέρνης, ιδιαίτερα αγαπητό είναι το Berner Lebkuchen και το Gebäck Meitschibei, γλυκίσματα από φουντούκια καθώς επίσης και το Desert Meringue με σαντιγύ, για εκείνους που δεν θέλουν να κάνουν δίαιτα! Τα Bratwurst (ψητά λουκάνικα) προέρχονται κυρίως από τη γερμανική κουζίνα γι’ αυτό είναι περιζήτητα στα γερμανόφωνα καντόνια Appenzell και St. Gallen. Στο καντόνι της Ζυρίχης, στην πρώτη θέση των προτιμήσεων είναι η σπεσιαλιτέ Zürcher Geschnetzeltes Kalbfleisch mit Champignons, Rahmsoße και Rösti (μοσχαράκι σε μικρά κομμάτια, μανιτάρια, άσπρη σάλτσα και Rösti). Η Ελβετία είναι η χώρα του τυριού και συνεπώς πολλά εδέσματα έχουν ως βάση το τυρί. Αν εξαιρέσουμε τα καντόνια της περιοχής Berner Oberland με τις φημισμένες κοιλάδες Emmental και Gruyére, όπου η παραγωγή κίτρινου τυριού είναι ευρέως διαδιδομένη και συνεπώς το menü περιέχει τυρί, σε πολλές άλλες περιοχές το συναντάμε ως βασικό συστατικό του γεύματος, π.χ. Appenzellkäse και Käsewähe (βορειοδυτική Ελβετία), Tête de Moine (Jura), Maisbrei (νότια Ελβετία) και Pizzocheri (Graubünden). 

Εικ. 13


Η ποιότητα του ψωμιού είναι εξαιρετική. Γερμανία, Αυστρία και Ελβετία, παρασκευάζουν δεκάδες είδη ψωμιών, εξαιρετικών γεύσεων και αποχρώσεων. Mischbrot και πολύσπορο θεωρώ ως το καλύτερο ψωμί που έχω φάει ποτέ. Και δεν είναι μόνο αυτό. Τα μικρά και νόστιμα σάντουιτς στις βιτρίνες των φούρνων σού ανοίγουν την όρεξη, να τα δοκιμάσεις όλα (Εικ.13).


3. περιήγηση: Vaduz, η πρωτεύουσα ενός «ανεξάρτητου» κρατιδίου 
Σήμερα αποφάσισα να περιηγηθώ στο πριγκιπάτο του Λιχτενστάιν και όχι στο παλατινάτο της Ρηνανίας. Το κρατίδιο αυτό (γνωστό παλαιότερα ως φορολογικός παράδεισος) θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ένα από τα καντόνια που αποτελούν την Ελβετία. Όμως δεν είναι. Παρόλα αυτά έχουν το ίδιο νόμισμα, κοινούς δρόμους, την ίδια ομορφιά φύσης και την ίδια γλώσσα (και οι κάτοικοι μιλούν καθαρότερα γερμανικά). Τους χωρίζει βασικά ο Ρήνος και μία πινακίδα που δείχνει δεξιά τη λέξη Lichtenstein. Τόσο απλά. Ξεκινώντας από τη Ζυρίχη κατεβαίνεις στο σταθμό του Sargans και συνεχίζεις με το λεωφορείο των ταχυδρομείων PTT. Το Λιχτενστάιν δεν έχει τρένο! Η απόσταση με την πρωτεύουσα, το Vaduz, είναι περίπου μισή ώρα. Ο δρόμος διέρχεται πρώτα μέσα από το Maienfeld και το Bad Ragaz, που εδώ «έζησε» η θρυλική Heidi, που την θυμόμαστε από τη σειρά των κινούμενων σχεδίων της ελληνικής τηλεόρασης, ενώ πολλές γενιές στη Γερμανία και Ελβετία μεγάλωσαν με το τραγούδι της … heidi, meine Welt sind die Berge. 
 
Ο δρόμος μετά συνεχίζει σε ένα άσημο (τουριστικά) χωριό, το Balzer, όπου εδώ εδρεύει μια από τις μεγαλύτερες μηχανολογικές εταιρίες του κόσμου με ειδίκευση στην κατασκευή αντλιών. Συνεχίζεις και βρίσκεσαι στο πριγκιπάτο. Ψάχνεις για τελωνοφύλακες και έλεγχο διαβατηρίων και δεν βρίσκεις ψυχή, προχωράς και φτάνεις στην πρωτεύουσα Vaduz, μία πόλη 7000 κατοίκων και πολλών τραπεζών. Την περπατάς άνετα, πίνεις τον καφέ σου και στέλνεις τις κάρτες ενθύμιο στους δικούς σου. Είναι μικρή και όμορφη, όχι όμως αρκετή για να σε κρατήσει πάνω από 2 ώρες. Έτσι παίρνω το λεωφορείο και συνεχίζω προς μεγαλύτερο υψόμετρο, το Triesenberg και το Malbun. Όσο ανεβαίνεις, τόσο βλέπεις την κοιλάδα του ανατολικού Ρήνου να ξεδιπλώνεται στα πόδια σου, ενώ πιο πέρα το Chur και ο δρόμος προς το Disentis δεσπόζουν στο τοπίο. Οι φιδίσιες στροφές του δρόμου θυμίζουν κλασική αλπική διαδρομή, με μοναδικές ομορφιές χλωρίδας. Στην κορυφή φτάνουμε σε οροπέδιο, είμαστε πολύ κοντά με το Malbun. Τουριστικό θέρετρο χειμερινών σπορ θεωρείται το Malbun σε υψόμετρο 1300μ. 
 
Στο χωριό δεν υπάρχει ονοματολογία οδών, αλλά κάθε σπιτάκι έχει το δικό του αριθμό. Άντε να πεις σε ένα φίλο σου ότι μένεις στο 315 και να έλθει να σε βρει! Από εδώ, συνεχίζουμε την ανάβαση με αιωρούμενο κάθισμα (Sesselbahn) για την κορυφή των 2000μ. Εκεί βρίσκεται το Sareishoch. Η χλωρίδα είναι αλπική και την απαρτίζουν μικρά φυτά και λουλούδια (Edelweiss είναι απίθανο να βρεις στα μονοπάτια) αφού το χιόνι κυριαρχεί εδώ τους περισσότερους μήνες του χρόνου. Για πρώτη φορά κάθομαι σε ένα αιωρούμενο κάθισμα, το οποίο στηρίζεται και σέρνεται από ένα συρματόσχοινο. 
 
Ο αέρας των Άλπεων κάνει αισθητή την παρουσία του με το ταρακούνημα στο κάθισμα. Μας χωρίζουν 10–20 μέτρα από το έδαφος, τα πόδια μου βρίσκονται στο κενό, ενώ λίγο να τεντωθώ θα αγγίζω την κορυφή ενός ελάτου. Η εμπειρία είναι μοναδική. Βλέπεις τον κόσμο πίσω σου συνεχώς να μικραίνει και παράλληλα να μεγαλώνει το οπτικό πεδίο. Στην κορυφή έχεις όλο το χρόνο να εξασκήσεις τις γεωγραφικές σου γνώσεις. Ακριβώς στα δυτικά απλώνεται ο ορεινός όγκος Churfirsten (2306μ), βορειότερα το Alpstein με την κορυφή Säntis (2502μ) και ακόμη βορειότερα η λίμνη της Κωστάντζας (γνωστή και ως Bodensee). Προς ανατολάς οι υψηλότερες κορυφές του Sareijoch, το Ochsenkopf (2289μ) με τα σύνορα της Αυστρίας και προς νότο το μεγάλο αλπικό συγκρότημα Glarner Alps. Εκεί βρίσκεται το Chur και το St. Moritz, όπου θα είναι η επόμενη επίσκεψη.

4. περιήγηση: Arosa–Davos–St. Moritz–Lago di Lugano 
 To Φεβρουάριο του ΄88 επισκέπτομαι την περιοχή του Graubünden. Το καντόνι αυτό δεν έχει μόνο την περίφημη Arosa (με τον ορεινό όγκο Weisshorn), το Klosters, το Davos, το St. Moritz, αλλά και τα ονομαστά της διάσελα Berninapass και Malojapass, καθώς επίσης και την ονομαστή γέφυρα Landwasser–Viadukt στο Albulapass την οποία διασχίζει ο τοπικός σιδηρόδρομος (Rhätische Bahn). Και δεν είναι μόνο αυτά, η περιοχή εκτείνεται και νοτιότερα προς το Tirano, το Sondrio μέχρι τη Lago di Lugano. Το Graubünden είναι το μεγαλύτερο ελβετικό καντόνι. Θεωρείται για τους Ελβετούς, ό,τι για μας το Καρπενήσι ή τα Γρεβενά. Είναι δηλαδή αποκλειστικά ορεινό, γνωστό για τις 150 κοιλάδες του με πλέον φημισμένη την κοιλάδα της Engadina. 
 
Η περιοχή είναι άκρως τουριστική με πολυτελή ξενοδοχεία για χειμερινά σπορ και σανατόρια λόγω του εξαιρετικού κλίματος. Συνενώθηκε με την ομοσπονδία των ελβετικών καντονίων μόλις το 1803. Οι κάτοικοί της ονομάζονται ρετορομάνοι (Räter) και μιλούν τα ρετορομάνικα που θεωρείται η τέταρτη επίσημη ελβετική γλώσσα, μετά τα γερμανικά (στον προφορικό λόγο χρησιμοποιείται μια τοπική διάλεκτος που αποτελεί παραλλαγή των ελβετικών γερμανικών και μιλιέται στη βόρεια Ελβετία), τα ιταλικά (του νότου) και τα γαλλικά. 
 
Τα ρετορομάνικα έχουν κοινές ρίζες με τα βλάχικα και είναι λατινικής προέλευσης. Εγώ δεν σκαμπάζω ούτε λέξη, αυτό όμως δεν με εμπόδισε να περιοδεύσω στην περιοχή ένα τριήμερο λόγω του εξαιρετικού τοπίου της. Είχα και την αφορμή. Ήταν Φεβρουάριος και είχαμε τις συνηθισμένες διακοπές σκι ή όπως λένε στα γερμανικά Skiurlaub. Ως συνήθως, η αναχώρηση γινόταν από το σιδηροδρομικό σταθμό της Ζυρίχης. Μιλιούνια είναι οι επιβάτες που χρησιμοποιούν τα τρένα για τη δουλειά ή την αναψυχή τους. Το τρένο πάει παντού. Από τα υπόγεια τούνελ κάτω από τον ποταμό Limmat μέχρι το ορεινό συγκρότημα Jungfraujoch, στο υψηλότερο σιδηροδρομικό σημείο της Ευρώπης. Διέρχεται από τη σήραγγα του St. Gottardo, «γλύφει» τις όχθες του Ρήνου και διασχίζει τις κορυφογραμμές των Άλπεων. Οι ελβετικοί σιδηρόδρομοι (SBB, RhB, MOB, FO και δεκάδες ακόμη άλλοι, Εικ.14), είναι ό,τι για μας τα υπεραστικά ΚΤΕΛ. 
 
Εικ. 14

1η μέρα: Αγροκτήματα Arosa. Η παλιά διαφήμιση της ελληνικής τηλεόρασης γίνεται πραγματικότητα και αποφασίζω να αρχίσω την περιήγηση από την «απομονωμένη» Arosa που περικλείεται από ορεινούς όγκους με υψόμετρο πάνω από 2500μ. Ξεκινώντας πρωί με το Intercity φθάνεις στο Chur μετά από δύο σχεδόν ώρες. Ο φετινός χειμώνας είναι από τους πιο ήπιους των τελευταίων χρόνων και η θερμοκρασία μόλις λίγο πάνω από το μηδέν. Ό,τι καλύτερο για μένα, ό,τι χειρότερο για τους Ελβετούς! Στο Chur μετεπιβιβαζόμαστε στον τοπικό ιδιωτικό σιδηρόδρομο RhB που μου θυμίζει τους παλιούς ελληνικούς σιδηρόδρομους ΣΠΑΠ, λόγω της στενής γραμμής. Αμέσως όμως συνειδητοποιώ ότι βρίσκομαι στην Ελβετία και ξεχνώ αυτήν την άστοχη σύγκριση. Το τρένο περνά μέσα από την πόλη (συνηθίζεται και σε άλλες πόλεις) και αμέσως μετά αρχίζει η πανδαισία των τούνελ. Στα επόμενα 30 χιλιόμετρα βλέπουμε βράχους να κόβονται και να περνάμε απέναντι με τοξωτές γέφυρες, το τρένο να ξεπροβάλλει απότομα μέσα από δασώδη περιοχή και να χώνεται σε νέα τούνελ. 
 
Οι γραμμές να ακολουθούν το ανάγλυφο της πλαγιάς για να φθάσουμε τελικά στην Arosa. Εδώ είναι λοιπόν τα φημισμένα αγροκτήματα. Πρόκειται για ένα οροπέδιο στα 1740μ που περικλείεται από ορεινούς όγκους, είναι δηλαδή σαν ένας κουβάς που στον πάτο του είναι η Arosa. Το ταξίδι κράτησε περίπου μια ώρα γιατί η ταχύτητα του τρένου ήταν μόλις 40km/h. Τελικά φθάσαμε και βλέπουμε στο σταθμό τα πατροπαράδοτα έλκηθρα που τα σέρνουν δύο άλογα. 
 
Θυμάμαι την κινηματογραφική επιτυχία του ΄70, Dr Zivago, με ανάλογες σκηνές. Στη βόλτα μέσα στην πόλη, εντύπωση μου προκαλούν και οι επικλινείς σκεπές των σπιτιών. Είναι έτσι κατασκευασμένες ώστε να μην συγκρατούν πολύ χιόνι. Γι’ αυτό και ο περίπατος κοντά σε σπίτια μπορεί να σου κοστίζει καμιά χιονόμπαλα κατακέφαλα. Το LAW σημαίνει Luftseilbahn–Arosa–Weisshorn. Είναι όχι ένας αλλά πέντε εναέριοι σιδηρόδρομοι που σε μεταφέρουν στο αντικρινό βουνό. Διάλεξα εκείνον με το μεγαλύτερο υψόμετρο. Είναι η κορυφή του Weisshorn (2653μ), η υψηλότερη που έχω επισκεφτεί μέχρι σήμερα. Το εισιτήριο κοστίζει 21SFr (1SFr»215δραχμές). 
 
Ανέβηκα χωρίς να καταφέρω σπουδαία πράγματα. Σε τέτοιο υψόμετρο υπάρχει συνήθως πυκνή νέφωση ή περιορισμένη ορατότητα. Θα έπρεπε να επιλέξω καλύτερες μέρες για να είναι ο ουρανός καθαρός και η ορατότητα μεγάλη. Οι ντόπιοι λένε ότι σε καλές συνθήκες (κατά το φθινόπωρο) θα μπορούσες να είχες μια πανοραμική θέα 360ο. Στην επιστροφή κατέβηκα σε μία ενδιάμεση στάση (Tschuggen) και από εκεί με τα πόδια μέχρι την Arosa. Μία ώρα δρόμο μέσα στο χιόνι και άρχιζε να βραδιάζει, ήταν μόλις πέντε το απόγευμα. 

2η μέρα: Επίσκεψη στην Engadina.  Είναι η δημοφιλέστερη κοιλάδα του Graubünden για διακοπές και χειμερινά σπορ, σημειολογικά σημαίνει κήπος του ποταμού Inn. Διαφέρει ριζικά από την Berner Oberland (περιοχή της δυτικής Ελβετίας με πλούσια δασική χλωρίδα), έχει βουνά μάλλον γυμνά αλλά καταπράσινα, όπως οι λόφοι της Σκωτίας. Την θεωρώ σαν την πιο όμορφη περιοχή για πεζοπορίες. Στην περιοχή αυτή είναι και τα πιο δημοφιλή θέρετρα της Ελβετίας. Το Klosters φημίζεται για τις επισκέψεις του βασιλικού ζεύγους του βρετανικού θρόνου Καρόλου και Νταϊάνας, (πριν από το θάνατο της Lady Di) με τα αυτοκρατορικά κτήρια να δεσπόζουν στην πλαγιά του Madrisahorn (2826μ). Ο συρμός με την κόκκινη ηλεκτροκίνητη μηχανή «Rätonomanica» και το σύμβολο του Graubünden μπροστά συνεχίζει ακάθεκτα την ανηφορική του πορεία για το σταθμό του Davos Dorf σε υψόμετρο 1558μ. Το φημισμένο «χωριό» οφείλει τη δημοτικότητά του όχι μόνο στο παγκόσμιο οικονομικό forum, που έλκει το ενδιαφέρον πολλών προσωπικοτήτων, αλλά και για τα 300km πεζοπορικών διαδρομών, διάσπαρτες στα γύρω βουνά: Weissfluh (2844μ), Medergerfluh (2674μ) και Pischahorn (2979μ).

Θα συνεχίσουμε για το περίφημο St. Moritz με το Albulabahn. Λίγο πριν από το Filisur, οι επιβάτες σηκώνονται, ετοιμάζουν τις φωτογραφικές τους μηχανές και γέρνουν προς την αριστερή πλευρά του τρένου. Ο συρμός πλησιάζει το πιο ενδιαφέρον σημείο όλης της διαδρομής, το Landwasser–Viadukt. Πρόκειται για ένα μηχανολογικό θαύμα που κατασκευάστηκε πριν από 100 περίπου χρόνια. Μία εξαπλή τοξωτή γέφυρα υψώνεται σε ύψος 65μ. Χαρακτηριστικό είναι το σκίτσο που ζωγράφισα στις σημειώσεις μου και η σύγκριση με πρόσφατη φωτογραφία (η περιγραφή δεν αποδίδει την πραγματικότητα, απολαύστε καλλίτερα την Εικ.15). Βρισκόμαστε περίπου στα 1080μ υψόμετρο. Από το σημείο αυτό, το έδαφος αρχίσει να ανεβαίνει σταθερά και στο Bergün έχουμε ήδη φθάσει στα 1400μ. Βρισκόμαστε συνεχώς μέσα σε ένα μεγάλο φαράγγι που το διασχίζει ο ποταμός Albula. Πριν από την Preda (υψ. 1800μ) το τρένο ακολουθεί την πανδαισία των σιδηροδρομικών τούνελ κυκλικής τροχιάς. Τοξωτές γέφυρες ενώνουν τα τέσσερα τούνελ μεταξύ τους. Άλλοτε χανόμαστε στο βαθύ σκοτάδι των γρανιτένιων βράχων και άλλοτε απολαμβάνουμε το γαλάζιο ουρανό, ενώ το τοπίο είναι καθαρά δασικό με τις έντονες αποχρώσεις του βαθύ πράσινου χρώματος. Τελικά φτάνουμε στον προορισμό μας σε υψόμετρο 1775μ. 

Εικ. 15

Το St. Moritz πρωτοκατοικήθηκε το 800 π.Χ. από τους Κέλτες. Το 1553 άρχισε η τουριστική του αξιοποίηση χάρις στο φιλόσοφο, θεραπευτή και μυστικιστή Παράκελσο, που είχε ανακαλύψει την ιαματική πηγή Mauritius. To 1831 κτίζεται και το σανατόριο της περιοχής που σήμερα έχει επεκταθεί σε ένα ολόκληρο τετράγωνο με την ονομασία Bad. Παράλληλα κατασκευάζεται και το σιδηροδρομικό δίκτυο και περιορίζεται έτσι η χρήση της ταχυδρομικής άμαξας, που ήταν το μοναδικό μέσον σύνδεσης των κατοίκων με τις πεδινές περιοχές. Ειδικότερα, το 1910 ανοίγει η σιδηροδρομική γραμμή Berninabahn προς Tirano και το 1913 γίνεται σύνδεση της πόλης με την πρωτεύουσα του καντονίου το Chur. Σήμερα, οι κόκκινοι συρμοί συνδέουν μία εκτεταμένη περιοχή τουριστικού ενδιαφέροντος. Ο περίφημος αλπικός σιδηρόδρομος ή εξπρές των παγετώνων (Glacier Express), ξεκινά από εδώ και αφού διανύσει μία απόσταση 293km φθάνει στο Zermatt, διερχόμενος από τοπία εξαιρετικού φυσικού κάλλους (Εικ.16). 
Εικ. 16
 
Η ελίτ του πνεύματος μπορεί να πηγαίνει στο Davos, όμως στο St. Moritz έρχεται άλλο είδος ελίτ, που «χρυσαφίζει» κάτω από τις λαμπρές ακτίνες του ηλίου. Βρισκόμαστε ήδη σε αρκετά μεγάλο υψόμετρο και αν δεν έχουμε πάρει μαζί μας αντηλιακό, σίγουρα θα πάθουμε εγκαύματα. Η αντανάκλαση του χιονιού, σε ηλιόλουστες μέρες, είναι πολύ έντονη και χρειαζόμαστε σίγουρα και γυαλιά ηλίου. Ιδίως σήμερα που χαζεύουμε ένα απέραντο λευκό τοπίο με τους Ελβετούς να κάνουν Skilanglauf. Οι Ελβετοί φημίζονται για τις πεζοπορίες τους και τους ευγνωμονώ για τη διδασκαλία τους. Τα σαββατοκύριακα κατακλύζουν τους λόφους και τα βουνά τους, όλα τα πεζοπορικά μονοπάτια και περπατούν, περπατούν, περπατούν. Είναι τόσοι πολλοί που νομίζεις ότι γίνεται Volkswanderung (πανεθνική μετανάστευση). Η ηλικία δεν παίζει κανένα ρόλο. Είχα δει τον μικρότερο σε ηλικία … μηνών στην πλάτη της μητέρας του και τον γηραιότερο … αγνώστων λοιπών στοιχείων! Και όταν δεν υπάρχει χόρτο για περπάτημα, τότε συνεχίζουν στο χιόνι. Βάζουν τα σκι τους και βάδην! Αυτό το άθλημα το λένε Skilanglauf ή Langlauf (Εικ.17).
Εικ. 17

Στο κοσμοπολίτικο St. Moritz η χλιδή περισσεύει. Υπάρχουν δυνατότητες για όλα τα βαλάντια και όλα τα χόμπι. Αν είσαι τυχερός μπορείς να συναντήσεις ένα διεθνές meeting για ice hockey, ίσως ένα διεθνές συνέδριο γαστρονομίας, ενώ τους καλοκαιρινούς μήνες, διεθνή διαγωνισμό ψαρέματος, ιππασία και ατέλειωτα χιλιόμετρα αλπικών μονοπατιών. Κοντά στο St. Moritz είναι και το Silvaplana με τις δύο λίμνες του, Lago di Sils και Silvaplanasee, που θεωρούνται ιδανικές για wind surfing. 
 
Η περιοχή αυτή έχει ισχυρούς ανέμους, λόγω του στενού Bregaglia που σχηματίζεται. Είναι όμως επιφανειακοί, δεν σηκώνουν κύματα, παρά μόνο βοηθούν το σερφίστα να επιταχύνει. Ιδανικές συνθήκες για το χόμπι τους. Εδώ βρίσκεται και το διάσελο Malojapass σε υψόμετρο 1815μ. Είναι φημισμένο για τις πέστροφες, αλλά και για το υγιεινό κλίμα του. Το τοπίο παρουσιάζει έντονες εναλλαγές. Νότια εκτείνεται ο εθνικός δρυμός της Bernina, ενώ βόρεια γυμνοί ορεινοί όγκοι γεμάτοι σπάνια λουλούδια και βότανα. 
 
Από το σημείο αυτό θα συνεχίσουμε το ταξίδι προς τη Lago di Lugano με λεωφορείο (Postauto), καθότι το τρένο ακολουθεί διαφορετική πορεία. Η κατάβαση είναι εντυπωσιακή, ο δρόμος παρουσιάζει 16 συνεχείς στροφές (180ο) για να καλύψει μια υψομετρική διαφορά περίπου 1300μ. Αισθάνεσαι σαν σε αεροπλάνο που εκτελεί αναγκαστική προσγείωση και ηρεμείς μόνο όταν φθάνεις στην πεδιάδα. Η κάθοδος αυτή είναι από τις πιο εντυπωσιακές που μπορεί κάποιος να βιώσει στους αλπικούς δρόμους. Λίγα χιλιόμετρα παρακάτω είναι τα σύνορα με την Ιταλία. Το τοπίο μυρίζει Μεσόγειο! 
 
3η μέρα: Lugano. Είμαστε επομένως στη Λομβαρδία, στο βορειότερο κομμάτι της Ιταλίας. Το θερμόμετρο έχει ανέβει και ο καιρός είναι θαυμάσιος. Η διαδρομή μέχρι τη λίμνη του Como διέρχεται μέσα από παραδοσιακά μικρά ιταλικά χωριουδάκια. Τα διακρίνεις αμέσως, δεν μπορεί να βρίσκεσαι στην Ελβετία. Οι τοίχοι είναι ξεθωριασμένοι, κάποια τζάμια σπασμένα, παραμελημένες αυλές. Ο δρόμος στενός, θυμίζει τον Παλαιό Εθνικό δρόμο Κιάτου – Ξυλοκάστρου. Τα χωριά είναι γεμάτα από κόσμο. Φασαρία, κακό, παιδιά πάνω σε παγκάκια να σαχλαμαρίζουν, γενικά γίνεται ο χαμός. 
 
Στο Menaggio, παραλιακή πόλη της λίμνης Como, είναι το αποκορύφωμα. Μου θυμίζει Ελλάδα σε γιορτή κάποιου πολιούχου. Ο παλμός της πόλης κτυπά κόκκινο. Το αντιλαμβάνεσαι σε λίγα χιλιόμετρα που ξαναμπαίνεις στην Ελβετία για να κατευθυνθείς προς το Lugano. Μετά τα σύνορα, τάξη–ηρεμία–ασφάλεια. Τρία ελβετικά χωριά εντελώς νεκρά. Οι Ελβετοί αγαπούν την ηρεμία και την ησυχία. Θεωρείται μάλλον απρεπές να τηλεφωνήσεις μετά τις εννιά το βράδυ σε γνωστό σου και ενοχλητικό να κρεμάς το κάδρο στον τοίχο του σπιτιού σου την Κυριακή το πρωί. 
 
Στην ησυχία των ελβετικών πόλεων υπάρχουν φυσικά και οι χρονολογικές εξαιρέσεις. Μία από αυτές είναι η 22 Ιουλίου, που το Lugano διοργανώνει το ομώνυμο φεστιβάλ. Καθώς πλησιάζουμε προς τα εκεί, θυμάμαι τις στιγμές κεφιού που είχα ζήσει την προηγούμενη χρονιά. Όλοι οι δρόμοι της παραλιακής λεωφόρου ήταν γεμάτοι από κόσμο και περίμεναν τη στιγμή που θα αρχίσει ο χορός των πυροτεχνημάτων. Κάθε εκατό μέτρα και ένα μικρό πανηγύρι, με το δικό του δρώμενο, με τα δικά του σάντουιτς και λουκάνικα, με τη δική του μουσική. Με τα πόδια κατευθύνθηκα στο διπλανό Paradiso, για να απολαύσω τα πυροτεχνήματα εκ του μακρόθεν. 
 
Στις Δέκα σβήνουν τα φώτα και αρχίζει ο βομβαρδισμός των πυροτεχνημάτων. Τα πρώτα τρία έχουν το «ήχο» του μπάσου, συνεχίζουν τα «ναζιάρικα» σε εκπληκτικούς χρωματικούς συνδυασμούς και μετά τα «μανιταρένια» που σκεπάζουν όλο τον ουρανό. Το φινάλε διαρκεί περίπου πέντε λεπτά με συνεχή καταιγισμό ομοβροντιών, σαν «αλυσιδωτές» εκρήξεις. Στο δημαρχείο ο κόσμος θα χορεύει μέχρι το πρωί. Όλοι γιορτάζουν με την ιταλική τους φινέτσα. 
 
Η πόλη του Lugano βρίσκεται στο ιταλόφωνο καντόνι Ticino (Tessin), πολύ νότια των Άλπεων. Η περιοχή φημίζεται για τους λόφους της. Το Monte Bre δεσπόζει κυρίαρχο δίπλα στη λίμνη και μπορείς να το επισκεφτείς με τον οδοντωτό. Λίγο πιο πέρα το San Salvatore και το Monte Generoso (Εικ.18). 
 
Εικ. 18

Στα παράλια της λίμνης είναι το Melide. Εκεί είναι η Swissminiatur, μία χώρα διόραμα. Είναι η Ελβετία σε μικρογραφία. Η περιοχή έχει τρεις μεγάλες και ονομαστές λίμνες: Lago di Lugano, Lago di Como, Lago di Maggiore. Έχει μεσογειακό κλίμα με ήπιους χειμώνες. Από τους λόφους αγναντεύεις τις Άλπεις, πίνοντας τον καφέ σου σε κάποιον από αυτούς. Κατά την ανάβαση στο Monte Bre, περνάς μπροστά από παραδοσιακές βίλες (που δεν τις έδωσαν για αντιπαροχή) και αρχοντικά κάστρα. Στα πόδια σου είναι το Lugano. Το Monte Generoso μοιάζει με το λόφο του Ρίο Ντε Τζανέιρο πάνω στον οποίο είναι το άγαλμα του Χριστού, εδώ όμως υπάρχει μία πανοραμική ταράτσα του ξενοδοχείου που λειτουργεί σαν παρατηρητήριο (Bella Vista) για τη γύρω περιοχή. Από το σημείο αυτό αγναντεύεις τις Άλπεις και μετράς τις κορυφές που επιθυμούσες να ανεβείς: Monte Rosa, Matterhorn, Monte Leone, Jungfrau, Mönch και Schreckhorn. Στην πλάτη σου (νότια) βρίσκεται σε διακόσια χιλιόμετρα το Μιλάνο και ανατολικότερα η Αδριατική. 
 
Το τριήμερο πλησιάζει στο τέλος του. Μετά από μια περιήγηση στην ανατολική Ελβετία, ήρθε η ώρα να επιστρέψουμε στη Ζυρίχη. Η διαδρομή είναι περίπου τρεις ώρες με το τρένο. Αφήνουμε την Bellinzona και ανηφορίζουμε προς το Airolo, ο καιρός είναι ακόμη καλός. Το Airolo είναι η νότια είσοδος για το τούνελ του St. Gottardo. Δέκα λεπτά κάνει το τρένο για να διασχίζει τα 17 χιλ. του τούνελ. Στην έξοδο συναντάμε το Göschenen ...χιονίζει. Η ώρα είναι προχωρημένη και έχω σχεδόν αποκοιμηθεί. Οι συνεπιβάτες μου νοιώθουν και αυτοί τη γοητεία του τριημέρου και επιστρέφουν ροδοκόκκινοι στα σπίτια τους. Αύριο Δευτέρα έχει πρωινό εγερτήριο και δουλειά. Το μεσημέρι, μετά το φαγητό, θα μαζευτούμε για τον καφέ και θα διηγηθούμε τις εντυπώσεις μας. Κάποιος θα ξεκινήσει με τη φράση «… also, erzähle mal,… wo warest Du».  

5. περιήγηση: Linthtal (η κοιλάδα) – Braunwald (η πόλη χωρίς αυτοκίνητα)
Ξεκινάς πρωί Κυριακής από τη Ζυρίχη. Ξέρεις τι πρόκειται να συμβεί. Ο κόσμος με το σακίδιο στην πλάτη του επιβιβάζεται στα τρένα που αναχωρούν για διαφορετικές κατευθύνσεις. Το ίδιο και εμείς. Σήμερα, η δική μας κατεύθυνση είναι προς τα καντόνια Glarus, Uri και Schwyz σχηματίζοντας μια κυκλική πορεία από τα ανατολικά προς τα δυτικά. Αυτό σημαίνει πώς θα διασχίσουμε την πόλη χωρίς αυτοκίνητα Braunwald (1256μ), την υπέροχη κοιλάδα του ποταμού Linth και το διάσελο Klausenpass (1948μ). Στην επιστροφή προς τη Ζυρίχη θα κάνουμε μια μικρή παράκαμψη για την πόλη του Einsiedeln για να επισκεφτούμε το ομώνυμο μοναστήρι. 
 
Η απαρχή της Ελβετίας (όπως την γνωρίζουμε σήμερα) άρχισε το 1291 από το καντόνι του Schwyz, ονομάζεται και Urkanton, που μαζί με τα καντόνια Uri και Unterwalden πρωτοσύστησαν με τον όρκο «Rütlischwur» ένα είδος ομοσπονδίας, η οποία επεκτάθηκε αργότερα και στα γειτονικά καντόνια: Luzern (1332), Zürich (1351) Zug και Glarus (1352). Η σημερινή ελβετική συνομοσπονδία (Confoederatio Helvetica, CH) πραγματοποιήθηκε το 1848, αποτελείται από 26 καντόνια, καθένα από τα οποία κυβερνάται με δική του κυβέρνηση, έχει τους δικούς του νόμους (κατά το πρότυπο των ΗΠΑ), το δικό του έμβλημα και τη δική του σημαία (Εικ.19). 
 
Εικ. 19
 
Η σημαία της Ελβετίας είναι ένας λευκός σταυρός σε ερυθρό φόντο, βασίζεται στη σημαία του καντονίου Schwyz και υιοθετήθηκε ως επίσημη σημαία το 1889. Ένα αξιοσημείωτο της Ελβετικής δημοκρατίας είναι τα δημοψηφίσματα και γενικώς οι ενστάσεις που μπορεί να προβάλλει ο κάθε πολίτης της χώρας. Με τη συλλογή υπογραφών (50000–100000) γίνεται δημοψήφισμα, από το αποτέλεσμα του οποίου μπορούν να γίνουν δεκτοί νόμοι ή να απορριφθούν. Χαρακτηριστικό πρόσφατο παράδειγμα είναι η κατάργηση νόμου περί ανεγέρσεως νέων μιναρέδων. Άλλο παράδειγμα τοπικών πρωτοβουλιών είναι το εκπαιδευτικό τους σύστημα. Βασικά, η Κοινότητα ή ο Δήμος (και όχι το υπουργείο!) αποφασίζει για το εκπαιδευτικό προσωπικό των σχολείων, δηλαδή τους δασκάλους οι οποίοι είναι δημόσιοι υπάλληλοι και αμείβονται με παχυλούς μισθούς. Έτσι, κάθε χρόνο πολλοί χάνουν τον ύπνο τους! Αν η Κοινότητα (κάτι αντίστοιχο με το σύλλογο γονέων και κηδεμόνων) δεν εγκρίνει κάποιο δάσκαλο, αυτός μετατίθεται σε άλλη δημόσια υπηρεσία με το μισό περίπου μισθό. Άντε αυτό το σύστημα να το εφαρμόσεις στην Ελλάδα!

Η διαδρομή με το τρένο οδηγεί προς το Rappelswill (βορειοανατολικό άκρο της λίμνης Zürichsee) και το Ziegelbrücke όπου θα συνεχίσουμε με το Postauto. Είναι από τις λίγες γωνιές της Ελβετίας που δεν υπάρχει σιδηρόδρομος παρά μόνο τα κίτρινα λεωφορεία (Postauto) των ελβετικών ταχυδρομείων (PTT).

Η διαδρομή ξεκινά βασικά από την πόλη του Glarus, στο κέντρο της οποίας υπάρχει η πλατεία Landesgeindeplatz, όπου οι «κάτοικοι» συναθροίζονται κατά τα ανέκαθεν κρατούντα (1386) και ψηφίζουν τους τοπικούς νόμους με ύψωση της δεξιάς χειρός. Ως «κάτοικοι» θεωρούνται οι Aktivbürger (ενεργοί πολίτες) και παλαιότερα ήταν μόνο άνδρες.
 
Εικ. 20

Εδώ αρχίζει η κοιλάδα Linthtal με τις πολύχρωμες αντιθέσεις των φυλλωμάτων (είναι ήδη φθινόπωρο), ενώ προς τη δυτική πλευρά επικρατούν οι απότομες πλαγιές του Glärnisch (1879μ). Αισθάνεσαι ότι θα καταλήξεις σε αδιέξοδο και μόνο το διάσελο του Klausen σε υψόμετρο 1948μ θα σου επαναφέρει την ηρεμία. Είναι το μοναδικό στενό που ενώνει το Glarus (πρωτεύουσα του ομώνυμου καντονίου) με το Altdorf και το St. Gottardo. Είναι από τα δυσκολότερα διάσελα των ελβετικών Άλπεων και παραμένει κλειστό, λόγω χιονιού, πολλούς μήνες το χρόνο. Η αποπεράτωση του δρόμου έγινε μόλις το 1899, έχει μία συνεχή ανωφέρεια 9% και 22 συνολικά στροφές των 180ο. Ο δρόμος δεν συνιστάται για τροχόσπιτα ή ογκώδη οχήματα, ενώ το μεγαλύτερο όχημα που μπορεί να διέλθει είναι τα Minibus των ΡΤΤ (Εικ.20).

Θα κάνουμε μια στάση στα μέσα της διαδρομής και θα ανέβουμε με τον οδοντωτό (Standseilbahn) στο Terrasendorf Braunwald (1256μ), στην πόλη χωρίς οχήματα. Η ύπαιθρος παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον και γι’ αυτό το λόγο υπάρχει μεγάλη ουρά αναμονής στον αναβατήρα. Η υψομετρική διαφορά είναι περίπου 700μ και το εναέριο ταξίδι διαρκεί περίπου 15 λεπτά. Η πόλη προσφέρεται για φθινοπωρινό τουρισμό και κυκλοφορείς άνετα στους πεζόδρομους (σκέφτηκα τι ωραίο θα ήταν αν μπορούσε να διατηρηθεί ο περιορισμός των οχημάτων και στο Νυμφαίο του νομού Φλώρινας, ιδέα που πρωτοεφάρμοσε ο τότε δήμαρχος Μέρτζος). Από εδώ ξεκινούν δύο εναέριοι σιδηρόδρομοι για τις υψηλότερες κορυφές των Grotzenbühl και Gumen (1901μ), αλλά και πεζοπορικά μονοπάτια. Προτιμούμε τα δεύτερα και μάλιστα εκείνο που θα μας φέρει πίσω στην κοιλάδα σε 3 περίπου ώρες.
 
Εικ. 21
 
Από σκίτσο του ημερολογίου μου (Εικ.21) βλέπουμε τη διαδρομή που ακολουθήσαμε. Αρχικά, η διαδρομή (Α) προς το Nussbühl ήταν για αρχάριους. Βαδίζουμε σε οροπέδιο και ο βαθμός δυσκολίας ήταν σχεδόν μηδέν. Μετά από 40 λεπτά τα πράγματα αλλάζουν και αρχίζουν ανηφόρες και κατηφόρες προσεγγίζοντας το απότομο φαράγγι, σημείο (Β), που κατεβαίνει εχθρικά και άγριο. Σε πιάνει ίλιγγος όταν βλέπεις στα πόδια σου την κοιλάδα του Linth με τα καταπράσινα λιβάδια. Πρέπει να προσέχεις σε κάθε σου βήμα. Το μονοπάτι δεν είναι σηματοδοτούμενο (πράγμα σπάνιο για την Ελβετία) και ρωτώ τον πρώτο που συναντώ. Ήταν μια ηλιοκαμένη κυρία, προχωρημένης ηλικίας, που μου εξηγεί το δρόμο για την κοιλάδα. Μου αναφέρει επίσης, πόσο δυσπρόσιτο είναι το σημείο προς την κορυφή, και το θεωρεί Höhle (κόλαση), αλλά να μην φοβάμαι! Εκεί στο σημείο (Γ) συναντώ ένα οροπέδιο (Wiese). Πλησιάζοντας στην άκρη αισθάνομαι τη δύναμη των απόκρημνων βράχων (Felsen) και της άγριας φύσης των ελβετικών Άλπεων που με συνοδεύουν σε όλη τη διαδρομή. Εδώ σταματώ για μεσημεριανό, ξαπλώνω στο γρασίδι. Λίγο παραπέρα βόσκουν οι αγελάδες.

Το τελευταίο κομμάτι της διαδρομής ήταν και το δυσκολότερο. Μία συνεχής κατάβαση. Στο σημείο (Δ) της διαδρομής, η θέα (Blick) του τοπίου γίνεται αποκαλυπτική. Βλέπεις όλο το φαράγγι, απότομο να ξεχύνεται μπροστά σου και κάτω η κοιλάδα με το ποτάμι. Ο κόσμος έχει στοιβαχτεί σε αυτό το σημείο για να απολαύσει τη θέα για τελευταία φορά. Το μονοπάτι ξεχύνεται μέσα στους ψηλούς κορμούς του δάσους και μετά από μία ώρα βρίσκεσαι εκεί που ξεκίνησες. Περιμένεις το επόμενο λεωφορείο για να σε μεταφέρει στο Altdorf και μετά στο Schwyz μέσα από το διάσελο του Klausenpass.

Το Schwyz είναι από τις αρχαιότερες πόλεις της Ελβετίας και πρωτεύουσα του πρώτου καντονίου της. Οι κάτοικοί της φαίνονται «χωριάτες», με την έννοια που δίνουμε εμείς για τους κατοίκους ορεινών περιοχών. Η πόλη δεν παρουσιάζει τη χλιδή άλλων πόλεων παρά μόνο μια παραδοσιακή και κλασική εμφάνιση που μαρτυρεί την ηλικία της.

Στην περιοχή αυτή υπάρχει το μοναστήρι του Einsiedeln (Εικ.22), ένα από τα πιο γνωστά Klosters της Ελβετίας, που ιδρύθηκε το 934 μ.Χ. από μετανάστες βόρειων χωρών προς τιμή της Θεού Μητέρας Μαρίας. Ακόμη και σήμερα, το Einsiedeln θεωρείται ένας από τους πιο σημαντικούς τόπους προσκυνήματος βόρεια των Άλπεων. Η «Μαύρη Παναγία» βρέθηκε στο Ulm της Γερμανίας και μεταφέρθηκε εκεί στους πρώτους αιώνες. Στο Einsiedeln γεννήθηκε ο Θεόφραστος Παράκελσος (1493–1541) γιατρός, βοτανολόγος, αλχημιστής και μυστικιστής. Προσπάθησε να ανακαλύψει τη φιλοσοφική λίθο. 

Εικ. 22

6. περιήγηση: Pilatus, το μοναχικό βουνό
Η πόλη της Λουκέρνης (Luzern) θεωρείται πόλος έλξης για τους περισσότερους τουρίστες. Δεν είναι μόνο το φυσικό κάλλος της γύρω περιοχής, με πιο ονομαστό το Pilatus και το Bürgenstock (γνωστό για τις διπλωματικές συναντήσεις κορυφής), αλλά για τη λίμνη Vierwaldstättersee, το μουσείο συγκοινωνιών (Verkehrshaus), τα μνημεία της, και για την περίφημη ξύλινη γέφυρα, την αρχαιότερη της Ευρώπης (Εικ.23, δεξιά). Από το σημείο αυτό ρίχνεις την πρώτη ματιά στο μοναχικό βουνό, το Pilatus. Η έκφραση αυτή χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει ότι ο ορεινός αυτός όγκος είναι ξεκομμένος από το συμπαγές συγκρότημα των Άλπεων, όπως και κάποιος άλλος βορειότερα, το Säntis.
 
Η ανάβαση και η κατάβαση γίνεται από διαφορετικές κατευθύνσεις και έτσι μπορείς να το θαυμάσεις σε όλη του τη σφαιρικότητα. Ξεκινάς από το Kriens με μία εναέρια «γόνδολα» με ενδιάμεσο σταθμό στο Fränkmüntegg σε υψόμετρο 1000μ (Εικ.24). Εδώ αλλάζεις βαγόνι και συνεχίζεις με τελεφερίκ. Σε διάστημα μόλις 5 λεπτών φθάνεις στην κορυφή σε υψόμετρο 2129μ. Στα τελευταία μέτρα της διαδρομής, η θέα σου κόβει την ανάσα. Κάτω είναι το χάος, ενώ το βαγονέτο συνεχώς να ανεβαίνει απότομα. Λίγο προς τα αριστερά βλέπεις έναν παγετώνα, φανταστικό!, σαν να έχει χυθεί γάλα και να έχει παγώσει. Αυτό το «παγωμένο γάλα» καλείται Eisgletscher και είναι ιδιαίτερα έντονο στο κέντρο των Άλπεων όπου επικρατούν πολλοί παγετώνες. 
 
Εικ. 23

Η κορυφή κατέχει πράγματι μία πλεονεκτική ή μάλλον πανοραμική θέση, από εκεί φαίνεται όλη σχεδόν η κεντρική Ελβετία. Εδώ πάνω έχει κατασκευαστεί ένα μικρό τεχνολογικό θαύμα. Ένα υπερσύγχρονο ξενοδοχειακό συγκρότημα που σου προσφέρει ό,τι επιθυμείς. Το εστιατόριο είναι περιστρεφόμενο και μπορείς να δεις πέρα μακριά στον ορίζοντα, στο μακρινό Winterthur. Από εδώ ξεκινούν και οι αεροπτεριστές για την καθοδική τους πορεία, από τη νότια πλευρά, μετά στρίβουν προς τα ανατολικά και ορμούν στο κενό, ενώ λίγο πιο κάτω τους περιμένει η Alpnachersee και η λίμνη της Λουκέρνης. Εμείς όμως προτιμούμε τον οδοντωτό, τον πιο απότομο σιδηρόδρομο της Ευρώπης (Εικ.23, αριστερά). 
 
Αν ο Riggenbach ήταν υπερήφανος για το οδοντωτό σιδηρόδρομο στο Rigi–Kulm, τότε ο Eduard Locher, ο μηχανικός του Pilatusbahn, θα έπρεπε να είχε τιμηθεί διπλά. Κατασκεύασε ένα σύστημα δοντιών, όπου ο σιδηρόδρομός του, θα μπορούσε να σκαρφαλώνει στις πολύ απότομες πλαγιές του Pilatus με ανώτερη κλίση 48%, καλύπτοντας μία υψομετρική διαφορά 1630μ σε μήκος διαδρομής 4618μ. Η χάραξη αυτή ολοκληρώθηκε το 1886, και τρία χρόνια μετά κυκλοφορούσε ο πρώτος ατμήλατος συρμός. Από το 1937, η γραμμή αυτή ηλεκτροδοτήθηκε. Δεν γνωρίζω ποιες περιοχές των Αθηνών είχαν φως, εκείνη την εποχή!!

7. περιήγηση: Ο γύρος της αλπικής κεντρικής Ελβετίας
Σας προσκαλούμε να έρθετε μαζί μας σε μία διαδρομή απείρου κάλλους και έντονης περιγραφικότητας: Zurich – Luzern – Engelberg – Titlis – Jochpass – Meiringen – Interlaken – Bern – Zurich και το ταξίδι διαρκεί μόνο μία μέρα. Η τηλεόραση είχε προβλέψει καλό καιρό, πράγματι φθινοπωρινό, για την κεντρική Ελβετία. Και φυσικά δεν μπορούσα να φανταστώ ότι στα 3050μ, στην κορυφή του Titlis, ο καιρός θα ήταν τόσο ηλιόλουστος. 
 
Τελευταία εβδομάδα, προτού αναχωρήσω για τις διακοπές μου στην Ελλάδα και μετά για ένα θερινό σχολείο στη Σικελία, θα περιηγηθείτε μαζί μου στην Berner Oberland, χωρίς αυτή τη φορά να επισκεφτούμε το Jungfraujoch. Στη σημερινή εκδρομή, τα λόγια είναι φτωχά μπροστά στη μεγαλοπρέπεια της φύσης, γι’ αυτό θα αφήσουμε τις εικόνες να μιλούν. Το Swiss Express αναχωρεί πάντα 801 από το σταθμό της Ζυρίχης για τη Λουκέρνη. Κυκλοφορεί μόνο μεταξύ των δύο αυτών πόλεων με τα χαρακτηριστικά βαγόνια σε χρώμα πορτοκαλί–ζαχαρί. Στη Λουκέρνη φθάνεις σε 50 λεπτά και συνεχίζεις στην αποβάθρα 14 με τα τρένα LSE για το Engelberg που βρίσκεται σε υψόμετρο 1050μ στις παρυφές των Άλπεων. Καθοδόν βλέπεις δεξιά το Pilatus, πολύ εντυπωσιακό. Στο Hergiswil, το τρένο χωρίζει. Το μισό προχωρά για το Meringen, ενώ το υπόλοιπο για τον προορισμό μας, το Engelberg (Εικ.24). Στο Obermatt μπαίνει σε οδόντωση και αρχίζει μία ανηφορική πορεία που κρατά μέχρι τον προορισμό. Διερχόμαστε μέσα από σύμπλεγμα ορεινών όγκων αλλά είναι δύσκολο να ξεχωρίσουμε τα ονόματά τους. 
 
Εικ. 24

Το Engelberg είναι θαυμάσιο χειμερινό τουριστικό θέρετρο και αφετηρία μεγάλων εξορμήσεων. Μπροστά μας υψώνεται το Titlis, ανατολικότερα (αριστερά μας) ο δρόμος σταματά στον ορεινό όγκο του Grosser Spannort (3198μ) και στα δεξιά μας σε ορεινά συγκροτήματα. Είμαστε επομένως σε αδιέξοδο. Η μοναδική φυγή είναι μπροστά, προς το Titlis. Έτσι, αποφασίζουμε να πάρουμε τα ύψη. Ξεκινάμε με το τελεφερίκ (Εικ.25, θέση 1) και όλο ανεβαίνουμε. Έχουμε έναν ενδιάμεσο σταθμό, το Gerschnalp (1262μ). Οι γόνδολες, αθόρυβα, σε μεταφέρουν στον ουρανό. Το μόνο που ακούς από τους συνεπιβάτες (κυρίως γιαπωνέζους) είναι ένα ααα!! στην εναλλαγή του τοπίου, από δασώδες, σε αλπικό, σε βραχώδες και τέλος σε παγετώνες. Στο Trübsee (1800μ, Εικ.25, θέση 2) αλλάζουμε βαγονέτο και επιβιβαζόμαστε σε μεγαλύτερο τελεφερίκ (των 50 ατόμων) για την κορυφή με ενδιάμεσο σταθμό, χωρίς να κατεβαίνει κανείς, στο Stand (2430μ, Εικ25, θέση 3). Αγναντεύεις, στα δεξιά σου η ομώνυμη λίμνη, να αντανακλά στα νερά της το αντικρινό βουνό Graustock (οριοθέσιο τριών καντονίων: Βέρνης, Nidwalden και Obwalden). Ο καιρός μάς ευνοεί, ο ήλιος να έχει φορέσει την πιο λαμπρή του μέρα και όλο να ανεβαίνουμε.

Βρισκόμαστε στην τελική ευθεία προς την κορυφή. Οι πρώτοι μικροί παγετώνες κάνουν την εμφάνισή τους, αμέσως μετά ακόμη οι μεγαλύτεροι. Μπορείς πλέον να ξεχωρίζεις τους αιώνιους πάγους που έχουν αγκυλωθεί πάνω στις απότομες βραχώδεις πλευρές του όγκου. Σχηματίζουν επιμήκεις ρηγματώσεις δεκάδων ή εκατοντάδων μέτρων, βάραθρα αληθινά, διάπλατα πηγάδια με ακαθόριστο βάθος. Άγριο τοπίο αλλά πολύ εντυπωσιακό. Ίχνος ζωής δεν βλέπεις εκεί κάτω. Μόνο αιώνιους πάγους.
 
Εικ. 25

 Παγετώνες (Eisgletscher) ονομάζονται μεγάλες μάζες πάγου που σχηματίζονται λόγω συμπίεσης του χιονιού, το οποίο δεν λειώνει κατά τη διάρκεια του έτους. Οι περιοχές αυτές αποτελούν χώρους υπεραιωνόβιας παρουσίας χιονιού. Χάρις των παγετώνων έχουμε άφθονη αποθηκευμένη ποσότητα γλυκού νερού στο εσωτερικό της γης. Αλλά μέχρι πότε!

Κοντά στην κορυφή φαίνεται ότι ένα λεπτό στρώμα χιονιού έχει καλύψει τους παγετώνες. Ο αέρας που φυσά το ανασηκώνει και δημιουργεί μικρές χιονοθύελλες. Ω! είναι μαγεία. Το φαινόμενο αυτό μου θυμίζει τη Σαχάρα, όταν ανασηκώνεται και στροβιλίζεται η άμμος από τον άνεμο. Είναι εντελώς ασυνήθιστο θέαμα για έναν μεσογειακό τύπο σαν και μένα. Η αγριότητα του τοπίου (πιστέψτε με!) σε συνδυασμό με το άσπρο του χιονιού και τη γοητεία του υψομέτρου δημιουργεί ανάμεικτα συναισθήματα. Η αδρεναλίνη κτυπά κόκκινο και με προσγειώνει στην κορυφή. Φθάσαμε και μία ταμπέλα μάς καλωσορίζει στα δέκα χιλιάδες πόδια (Εικ.26, δεξιά).

Βγαίνοντας από το τελεφερίκ κάνω τα πρώτα δειλά βήματα σε αυτό το υψόμετρο! Δεν έχω ξανανέβει τόσο ψηλά. Ούτε και στα όνειρά μου. Το θερμόμετρο δείχνει –5οC. Όταν είμαι στον ήλιο αισθάνομαι ζέστη, στη σκιά κρυώνω! Κάνω την πρώτη μου βόλτα, κάποιοι άρχισαν να κάνουν σκι, θεέ μου, στα 3000μ!!! Η θέα είναι πανοραμική. Διακρίνεις πολλές κορυφογραμμές και διάσελα. Σταματάς για να πάρεις μία ανάσα, την χρειάζεσαι εκεί επάνω, επειδή ο αέρας είναι πολύ αραιότερος από ότι σε κάποια παραλία της Χαλκιδικής. Γύρω σου επικρατεί απόλυτη ησυχία και ηρεμία. Ακόμη και τα πουλιά σπάνια πετούν από πάνω σου. Μπαίνεις σε ένα πολυώροφο κτήριο με πλήρης ανέσεις.

Εικ. 26

Όμως το Titlis δεν είναι γνωστό μόνο για το υψόμετρό του. Εκεί πάνω έχεις να δεις και το Eisgrotte, μια σπηλιά από κολώνες πάγους. Κατασκευάστηκε στα μέσα τις δεκαετίας του ΄70 από την ιδιωτική αεροπορική εταιρεία Titlis Rotair AG και σήμερα θεωρείται τουριστικός πόλος έλξης. Μπαίνοντας, διέρχεσαι μέσα από διαδρόμους από πάγο. Ο φωτισμός είναι κυανού χρώματος και σε συνδυασμό με το περιβάλλον δέχεσαι μία διαφορετική διάσταση από εκείνη την καθημερινή. Στην έξοδο, αντικρίζεις μακριά σου βουνοκορφές, το Monte Rosa και το Jungfrau. Η απόσταση είναι μεγάλη και οι γνωστοί αυτοί ορεινοί όγκοι δεν σου δίνουν καμία ξεχωριστή εντύπωση. Πατάς όμως τη συνοριακή γραμμή δύο καντονίων. Χωρίς να το θέλεις, το ένα σου πόδι είναι στη Βέρνη και το άλλο στο Obwalden. Οι βουνοκορφές πάντα χρησιμοποιούνταν ως οριοθέσια ή ως φυσικά γεωγραφικά σύνορα.

Η πρώτη μου επίσκεψη στο «βουνό των αγγέλων» ήταν πράγματι εντυπωσιακή και πρωτόγνωρη. Αυτό σκεπτόμουν στην επιστροφή προς το Trübsee για να συνεχίσω το ταξίδι μου δυτικότερα. Εκεί στο Trübsee ο καιρός ήταν καθαρά φθινοπωρινός, ξεστός και ήπιος. Η καταπράσινη λίμνη με απάλλαξε από την αγριότητα του υψομέτρου. Μετά από ένα μικρό περίπατο, στην άλλη πλευρά της λίμνης (θέση Εικ.25, θέση5), μας περίμενε μια ανοικτή γόνδολα για να μας ανεβάσει στο Jochpass  σε υψόμετρο 2207μ (Εικ.25, θέση 6 και Εικ.26 αριστερά). Μου αρέσει πολύ να τις χρησιμοποιώ, ανεβαίνουν αθόρυβα, τα πόδια κρέμονται στο κενό και απολαμβάνεις τη μαγεία της ηρεμίας. Είσαι πραγματικά ένας άρχοντας. Βγάζω μια κραυγή, αλλά αντίλαλο δεν λαμβάνω. Έτσι δικαιολογείται και η ησυχία της φύσης. Τα πάντα απορροφούνται από τις δασώδεις φυλλωσιές ή το πορώδες χιόνι που έχει πέσει σε μεγαλύτερο υψόμετρο. Αυτή η ησυχία διακόπτεται ξαφνικά από δέκα ορειβάτες–πεζοπόρους που περνούν από κάτω μας. Προτίμησαν τα πόδια για την κορυφή. Μας χαιρετούν και γελούν. Το ίδιο κάνουμε και εμείς. Αυτοί θέλουν καμιά ώρα για την κορφή, εμείς σε λίγο φθάνουμε.

Το Jochpass είναι ένα πέρασμα, ένα διάσελο από τα βόρεια προς το νότιο τμήμα της περιοχής. Δεν υπάρχουν ασφαλτοστρωμένοι δρόμοι, μόνο μονοπάτια. Εδώ κάνουμε ένα μικρό διάλειμμα, στο μικρό εστιατόριο. Όλοι κάθονται έξω και απολαμβάνουν τον ήλιο. Κάνουν δηλαδή ηλιοθεραπεία! Παρήγγειλα μία Gulaschsuppe και ένα Salatteller και πλήρωσα 16SFr.

Το σημερινό ταξίδι δεν έχει επιστροφή, γι’ αυτό συνεχίζουμε (Εικ.27). Κατεβαίνουμε σε χαμηλότερο υψόμετρο, στα 1800μ, με ανοικτή γόνδολα. Η αγαπημένη μου. Η νότια αυτή πλευρά έχει διαφορετικό χρώμα. Η φύση είναι πολύ όμορφη. Αριστερά είναι η λίμνη του Engstlensee και το υδροηλεκτρικό εργοστάσιο, ενώ δεξιά υψώνεται το Graustock. Από εδώ θα πάρουμε το Postauto για το Meiringen, το σταυροδρόμι των αλπικών στενών, όπου συναντιούνται οι οδοιπόροι από το Sustenpass, το Furkapass και το Grosse Scheidegg. Η διαδρομή είναι μαγευτική. Απέναντι, το βουνό σχηματίζει πενταόροφο καταρράκτη. Λίγο μετά από το Innertkirchen σταματάμε στο Aareschlucht για να επισκεφτούμε το ομώνυμο φαράγγι (Εικ.28).

Εικ. 27

Εικ. 28
 

 

Η είσοδος του φαραγγιού είναι μάλλον ανιαρή. Το πλάτος του είναι περίπου 50μ και δεν παρουσιάζει κάποιο ενδιαφέρον. Στο μέσον διέρχεται το ποτάμι, από το υδροηλεκτρικό εργοστάσιο, που είχαμε συναντήσει πάνω στην κορυφή μαζί με κάποιους παραπόταμους από τα γύρω βουνά. Όσο προχωράμε, τόσο στενεύει, μα στενεύει αρκετά και απότομοι βράχοι υψώνονται μπροστά μας. Σε λίγο βαδίζουμε πάνω σε σανίδες, είναι πολύ στενά, σχεδόν αγγίζουμε τον απέναντι βράχο. Το νερό περνά από κάτω μας. Κάνει εκκωφαντικό θόρυβο και σε τρομάζει. Ανατριχιάζεις καθώς το στενό στενεύει ακόμη περισσότερο. 


 
Η ορμητικότητα του νερού έχει φθάσει στο αποκορύφωμα. Τύφλα να’χει ο Βουραϊκός. Φθάνουμε στο στενότερο σημείο και ακουμπάς τις δυο πλευρές του φαραγγιού. Πάνω από το κεφάλι σου, οι βράχοι στέκουν αιώνια για να θυμίζουν στον πεζοπόρο ότι είναι εκεί για να τον συναντήσουν. Ξαφνικά, το νερό χάνεται μέσα σε μία καταπακτή. Λίγο παρακάτω, μόνο στάσιμα νερά και το στενό ανοίγει πάλι. Στα εκατό μέτρα, τα νερά αναβλύζουν πάλι και συνεχίζουν την πορεία τους προς την Brienzersee. Ο Aare είναι ένας μακρύς παραπόταμος του Ρήνου, τον οποίο θα συναντήσει στην πόλη της Βασιλείας και θα εγκαταλείψουν μαζί τη χώρα.

Η ημέρα έχει προχωρήσει, είναι σχεδόν επτά το απόγευμα. Στο Meiringen θα πάρουμε το τρένο προς το Interlaken, τη Βέρνη και τη Ζυρίχη. Θα επιστρέψουμε με μεγάλο κύκλο σπίτια μας. Το Interlaken είναι διεθνής τόπος συνεδρίων και σημείο συνάντησης όλων των ασιατικών φυλών. Είναι το σημείο για την πιο ξακουστή κορυφή της Ευρώπης, το Jungfraujoch. Η Βέρνη είναι η πρωτεύουσα της Ελβετίας, μεγαλοπρεπής και ξακουστή για το περίφημο αστρονομικό ρολόι Zytglogge με μουσικό μηχανισμό. Το τρένο της επιστροφής έχει 14 βαγόνια, όλα κατάφορτα από ταλαιπωρημένους πεζοπόρους. Με το ζόρι βρήκα θέση να καθίσω. Θα αποκοιμηθώ και σε μία ώρα, γύρω στις 10, θα φθάνω σπίτι. Ήδη αρχίζω να συνθέτω τις περιπέτειες του σαββατοκύριακου, για τον αυριανό μεσημεριανό καφέ. Όλοι θα περιμένουν. Αυτό είναι σίγουρο.

8. περιήγηση: Berner Oberland
Δικαιολογημένα ο Tun μού είπε: «αν θέλεις να πάρεις γεύση Άλπεων, θα πρέπει να επισκεφτείς την Berner Oberland». Η Berner Oberland (BO) είναι ένα μικρό κομμάτι του εκτεταμένου ορεινού συγκροτήματος των Άλπεων που αρχίζει από την Αυστρία και καταλήγει στη νοτιοανατολική Γαλλία. «Άλπεις» στα κελτικά σημαίνει «ψηλά βουνά», που συνήθως χωρίζονται από βαθιές κοιλάδες και διασχίζονται από μεγάλους ποταμούς. 

Η ΒΟ (ή Βερνικές Άλπεις στα ελληνικά) αρχίζουν από το Montreaux και τελειώνουν στο St. Gottardo. Ανατολικότερα ή πιο δυτικά υπάρχουν άλλες «δυναστείες» βουνών. Τα πανύψηλα βουνά της BO είναι πανέμορφα, καταπράσινα και κάνουν το τοπίο πιο εντυπωσιακό, επειδή συνδέονται μεταξύ τους με ένα πράσινο χαλί, τις κοιλάδες τους. Αυτός ο παράδεισος δεν συντηρείται μόνος του. Οι Ελβετοί τον φροντίζουν, τον καθαρίζουν και τον κουρεύουν. Ναι! τον κουρεύουν. Αυτά τα καταπράσινα λιβάδια στις πλαγιές και τις κορφές λόφων, ακόμη και σε αλπικές ζώνες καθαρίζονται μία–δύο φορές το χρόνο από τους ντόπιους, και το χόρτο χρησιμοποιείται για βρώση των αγελάδων τους. 
 
Η περιοχή αυτή έχει όλα σχεδόν τα είδη χλωρίδας. Μέχρι τα 1700μ υψόμετρο υπάρχει η δασώδης περιοχή, με το έλατο να επικρατεί. Συναντάς βελανιδιές, οξιές και άλλα φυλλοβόλα (σε χαμηλότερο όμως υψόμετρο). Το δάσος μπορεί να είναι καταπράσινο, όμως δεν έχει την ευωδιά του ελληνικού δάσους γιατί εδώ δεν ευδοκιμεί το πεύκο. Πάνω από 2000μ το τοπίο είναι αλπικό και επικρατεί η βλάστηση σε απέραντα λιβάδια και ποώδη φυτά και λουλούδια, όπως ανεμώνες και Edelweiss (που σπάνια θα συναντήσετε ως πεζοπόροι). Πάνω από 2900μ τα ελβετικά βουνά είναι βραχώδη, σχεδόν πάντα καλυμμένα από χιόνι. Στα δάση ζουν λαγοί, αλεπούδες, κουνάβια, σκίουροι και πολλά είδη πουλιών, ενώ οι αρκούδες και οι λύκοι έχουν μάλλον εξαφανιστεί. Στα γλυκά νερά των ποταμών επικρατούν κυρίως οι πέστροφες (Forellen), τις οποίες μπορείτε να δοκιμάσετε σε κάποιο μεσημεριανό αλπικό σας διάλειμμα. 
 
Η ΒΟ αποτελείται από ορεινούς όγκους, όπως το Wetterhorn, Dammstock, Schreckhorn, Jungfrau, Breithorn κ.ά. που είναι δύσκολο να τους διασχίσεις. Γι’ αυτό και η επίσκεψη στην περιοχή δεν μπορεί να είναι για μία μόνο φορά. Zurich, Interlaken, Männlichen, Grindelwald, Meiringen. Το τρένο φεύγει 803 από Ζυρίχη, χωρίς ενδιάμεσο σταθμό, για Βέρνη. Μετά το Thun η διαδρομή συνεχίζει προς τη λίμνη Thunersee και φθάνει στο Interlaken που βρίσκεται μεταξύ δύο λιμνών. Το Interlaken είναι ένα κοσμοπολίτικο κέντρο. Δεν υπάρχει γιαπωνέζος που να μην έχει έλθει στην Ευρώπη και να μην το έχει επισκεφτεί. 
 
Το 1982, είχα επιστρέψει στην πατρίδα και υπηρετούσα τη στρατιωτική μου θητεία. Συνάδελφος από τη Γερμανία παρουσίαζε την εργασία μας σε διεθνές επιστημονικό συνέδριο στο Interlaken και ανέφερε στους συνέδρους, ότι ο coauthor υπηρετεί στο στρατό και γι’ αυτό δεν είναι παρών. Και ευτυχώς, που τότε δεν είχα ιδέα περί τίνος πρόκειται γιατί θα είχα λιποτακτήσει! Την πόλη της παραλίγο «λιποταξίας» μου είχα την τύχη να επισκεφτώ μετά από χρόνια. 
 
Εικ. 29
 
Η πόλη του Interlaken έχει μια αρχοντιά πάνω της. Το βλέπεις στα μαγαζιά της, στους δρόμους, παντού. Και είναι και υπερήφανη. Έχει απέναντι το Jungfraujoch με το μακρύτερο παγετώνα της Ευρώπης και το σιδηροδρομικό σταθμό σε υψόμετρο 3571μ, ενώ η κορυφή είναι ακόμη ψηλότερα (4158μ). Όμως το Joch δεν είναι μόνο του, έχει δύο αδέλφια δίπλα του, το Eiger και το Mönch (Εικ.29).

Για να φθάσεις στο «θρόνο του Θεού» θα πρέπει πρώτα να ανέβεις σε ένα μέσο υψόμετρο, στο οποίο επικρατεί η όμορφη κοιλάδα του Lauterbrunnen. Από το σημείο αυτό ξεκινούν οι δρόμοι για το Jungfraujoch και το Shilthorn, εκεί όπου πριν από χρόνια γυρίστηκε ταινία με τον James Bond που τον κυνηγούσαν πάνω στα χιονισμένα βουνά του Piz Gloria και σε υψόμετρο 2970μ (το ξενοδοχείο–εστιατόριο κατασκευάστηκε για τους σκοπό της ταινίας και σήμερα κάνει χρυσές δουλειές. Μπορείς να απολαύσεις τη θέα σαράντα βουνοκορφών και είκοσι παγετώνων).

Η τοποθεσία του Lauterbrunnen είναι εντυπωσιακή (Εικ.30). Βρίσκεται στο χαμηλότερο σημείο των Άλπεων και μεταξύ μεγάλων βράχων που σχηματίζει το ανάγλυφο της περιοχής. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο μεγάλος καταρράκτης Staubbach (300μ), που προέρχεται από το λιώσιμο των πάγων και του χιονιού καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Το σημείο αυτό ήταν έμπνευση για ένα από τα διάσημα ποιήματα του Γκαίτε (Gesang der Geister über den Wassern, 1779). Έχουν καταμετρηθεί άλλοι 70 περίπου καταρράκτες (τα νερά των οποίων ηχούν με ομοβροντίες, ενώ αφρίζουν κατά την πτώση τους), πολύχρωμα αλπικά λιβάδια και μοναχικά καταφύγια. Η περιοχή θεωρείται εθνικός δρυμός και προστατεύεται από το ελβετικό κράτος, που σημαίνει ότι οι αγελάδες δεν επιτρέπεται να μολύνουν τα νερά του. Το όνομα της περιοχής εννοεί «καθαρές βρύσες ή καθαρό νερό» κάτι ανάλογο με την ονομασία Καλάβρυτα που σημαίνει «καλό νερό». 
 
Εικ. 30
To Lauterbrunnen (795μ) είναι λοιπόν το κομβικό σημείο εκκίνησης όλων σχεδόν των αλπικών σιδηροδρομικών διαδρομών. Βασικά υπάρχουν τέσσερις διαφορετικές εταιρίες (Εικ.31) που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στους τουρίστες (αλλά και στους ντόπιους). Αυτές είναι η ΒΟΒ (Berner Oberlandbahn, 23km μήκος), η SPB (Schynige Platte Bahn, 7.3km), η Wengernalpbahn (WAB, 19.1km) και η Jungfraubahn (JU, 9.4km).
Εικ. 31

Jungfraujoch. Top of the Europe. Στην «σκεπή της Ευρώπης» φθάνεις με το JU–σιδηρόδρομο που είναι και ο πλέον δημοφιλής, μια που έχει τον τελευταίο σταθμό στο μεγαλύτερο υψόμετρο που υπάρχει σήμερα σε ολόκληρο το ευρωπαϊκό σιδηροδρομικό δίκτυο. Όλη σχεδόν η διαδρομή βρίσκεται μέσα σε σήραγγα από τους παγετώνες του βουνού Eiger και περιλαμβάνει δύο σταθμούς, που οι επιβάτες αποβιβάζονται και από τα ανοίγματα απολαμβάνουν τους ορεινούς όγκους των γειτονικών βουνών. Η εμπειρία αυτή είναι μοναδική και δεν παρουσιάζεται αλλού στον κόσμο. Χάνεις κάθε αίσθηση κατεύθυνσης ενώ ταξιδεύεις μέσα σε ένα παγόβουνο! Και όταν το τρένο σταματήσει, τότε αντιλαμβάνεσαι ότι είσαι παρέα με τους «αγγέλους», σε υψόμετρο που δεν έχεις ανέβει ποτέ στη ζωή σου. Το κρύο είναι έντονο, πρέπει να είσαι καλά ντυμένος. Η μέση θερμοκρασία κυμαίνεται το καλοκαίρι στους 0οC και το χειμώνα γύρω στους –15οC. 

Η κατασκευή της σιδηροδρομικής χάραξης, σε αυτό το υψόμετρο, άρχισε τον 19ο αιώνα, όμως παρουσίασε πολλά προβλήματα, οικονομικά και ανθρώπινων απωλειών καθότι κόστισε τη ζωή πολλών εργατών (αλλά και ορειβατών) όταν πρωτοαναρρίχτηκαν στο Eiger. Τελικά, το έτος των πρώτων ολυμπιακών αγώνων (1896) άρχισε η κατασκευή. Το 1912 τρύπησαν επιτέλους τον παγετώνα του Jungfrau και το ίδιο έτος εγκαινιάζεται η σιδηροδρομική σύνδεση με την κορυφή. «Jungfrau» στα γερμανικά σημαίνει «παρθένα» και σύμφωνα με στοιχεία του Διαδικτύου, μέχρι το 1997, την είχαν επισκεφτεί πάνω από 500000 άτομα!

Η κατασκευή τέτοιων έργων (αλλά και άλλων, όπως π.χ. το τούνελ του St. Gottardo) μας αναγκάζει να αποδώσουμε φόρο τιμής και θαυμασμού στους μηχανικούς και τους εργάτες της εποχής εκείνης. Το εκπληκτικό είναι αφενός ότι όλα τα έργα έγιναν με προδιαγραφές για τα επόμενα 100–120 χρόνια (!) αφετέρου ότι είχαν να αντιμετωπίσουν σκληροτράχηλες συνθήκες. Τα βουνά δεν είναι από ασβεστολιθικές πλάκες, όπως στην Ελλάδα, αλλά από γρανίτη, που σε κάθε μέτρο διάνοιξης, τα τρυπάνια είτε σπάζουν είτε οξειδώνονται. Αυτός είναι και λόγος που εγκαταλείφθηκε η διάνοιξη ενός άλλου τούνελ, όπως θα περιγράψουμε αλλού. Ας αφήσουμε όμως τα τεχνολογικά και ας δούμε, τί θα δούμε πάνω στην κορυφή.

Με την πρώτη ματιά δεν βλέπεις κάτι το ασυνήθιστο. Την πανοραμική θέα στα γύρω βουνά έχουμε συνηθίσει και σε άλλα μέρη. Όλα είναι σε μικρογραφία, λόγω του υψομέτρου. Βγαίνοντας έξω από το κτήριο φοράμε σκούρα γυαλιά εξ αιτίας της μεγάλης αντανάκλασης των ηλιακών ακτίνων πάνω σε μία θάλασσα από χιόνι και πάγο! Βεβαίως είμαστε και προσεκτικοί στο περπάτημα γιατί δεν έχουμε συνηθίζει τέτοιο υψόμετρο. Το μονοπάτι προς τη Σφίγγα (3573μ) έχει μέτριο βαθμό δυσκολίας. Βρίσκεται προς τα βορειοανατολικά σε απόσταση περίπου 2 χιλιομέτρων. Εδώ κατασκευάζεται ένα νέο κτήριο–αστεροσκοπείο (που εγκαινιάστηκε πολύ αργότερα, 1996). Αξίζει να οδοιπορήσεις μέχρι εδώ για να απολαύσεις ένα μοναδικό θέαμα.

Aletschgletscher είναι ο μεγαλύτερος παγετώνας των Άλπεων και αρχίζει βασικά από εδώ επάνω, το Jungfraujoch είναι δηλαδή το βόρειο σύνορό του. Εκτείνεται προς τα νοτιοδυτικά με μήκος περίπου 23km και πλάτος 2km. Βρίσκεται στην περιοχή της Berner Oberland και ειδικότερα στα καντόνια Bern και Wallis. Ο παγετώνας καταλήγει σε μία μικρή λίμνη, τα νερά της οποίας σχηματίζουν τον ποταμό Massa που χύνεται στην κοιλάδα του Ροδανού και στο ομώνυμο ποτάμι. Η περιοχή αυτή είναι χαρακτηριστική των ελβετικών Άλπεων και ανακηρύχθηκε το 2001 ως μνημείο UNESCO παγκόσμιας κληρονομιάς.

Το θέαμα αυτό μπορεί κάποιος να απολαύσει και από το νοτιότερο σημείο του, το Bettmerhorn (από όπου έχει τραβηχτεί και η Εικ.32) σε υψόμετρο 2643μ. Το σημείο αυτό προσεγγίζεται από το χωριό Bettmeralp (2000μ) σε 50 λεπτά πεζοπορία μετά από το τοπικό τελεφερίκ (Εικ.33). Όπως προειδοποιούν οι πινακίδες, οι πεζοπόροι πρέπει να διαθέτουν αλπικό εξοπλισμό, δηλαδή τρακτερωτά παπούτσια με σκληρό επικάλυμμα αστραγάλου, αδιάβροχο, ξηρά ενεργειακή τροφή (συνήθως σταφίδες), νερό και προστατευτικά γυαλιά ηλίου. Για τους αναρριχητές, ο εξοπλισμός είναι εξειδικευμένος και γνωστός στους μυημένους. Τα δύο κατσαβίδια που έχουν πάντα μαζί τους, κυρίως εκείνοι που πατούν χιόνι και πάγο, χρησιμοποιούνται ως στήριγμα έλξης σε περίπτωση ανάγκης. Έχετε φανταστεί ποτέ να πέσετε μέσα σε κάποιο λάκκο και γύρω σας όλα είναι παγωμένα, αν θα μπορούσατε να βγείτε χωρίς να σας τραβήξει κάποιος; 

Εικ. 32
 
Εικ.33

 Η νότια πορεία προς τον παγετώνα έχει πρόσβαση από τον οδικό άξονα Grimsel (Furka) – Brig και είναι μία διαδρομή κατά μήκος του ποταμού Ροδανού (Εικ.34).

Εικ. 34

 Επιστρέφοντας από το Jungfraujoch συνεχίζουμε για το Wengen. Ο συρμός ακολουθεί πορεία συνεχώς στην οδόντωση. Το χωριό βρίσκεται στον «ώμο» αλπικών βοσκοτόπων και έχει εξαιρετική θέα προς το Jungfraujoch αλλά και προς το Lauterbrunnen με την εκθαμβωτική θέα του μεγάλου καταρράκτη. Η περιοχή είναι ιδανική για χαλάρωση και περπάτημα στα γύρω μονοπάτια. Σε όλη την περιοχή υπάρχουν Kurhotels που προσφέρουν υπηρεσίες μασάζ, τζακούζι, spa και θερμές πισίνες στην ύπαιθρο. Όμως είμαστε ανυπόμονοι να ανέβουμε στο Männlichen σε υψόμετρο 2225m. Είναι μια καλοκαιρινή μέρα με πολύ … ήλιο! Πολλοί κυκλοφορούν με κοντομάνικα, μία συμφωνική ορχήστρα παίζει σε ρυθμούς εύθυμου εμβατηρίου, στο βάθος βόσκουν ανέμελα οι αγελάδες και πίσω το Jungfraujoch (Εικ.35). Αυτός είναι ο τέλειος συνδυασμός. Τον θυμάμαι εδώ και πολλά χρόνια και τον διηγούμαι πάντοτε. Δεν το βρίσκετε και εσείς τέλειο!!  Τι άλλο να περιγράψει κανείς τούτη τη στιγμή. Οι πένες σιγούν και μιλά μόνο η ακοή και η όραση! Ας το απολαύσουμε λίγο ακόμη.

Εικ. 35
Από εκεί πάνω συνεχίζουμε με γόνδολα–τελεφερίκ την καθοδική μας πορεία προς το Grindelwald. Μέσα σε ένα εναέριο ταξίδι τριάντα λεπτών βρισκόμαστε εκεί, σε ένα από τα παλιότερα ορεινά θέρετρα της Ευρώπης. Ο περιηγητής έχει πολλές δυνατότητες. Είτε τα ψηλά βουνά της πεζοπορίας είτε το γνωστό άθλημα cross–country σκι ή Langlauf (κατά τους χειμερινούς μήνες) που είχαμε γνωρίσει στην Engadina. Τον Ιανουάριο λαμβάνουν χώρα εδώ πολλές πολιτιστικές εκδηλώσεις, όπως το Festival International des Neiges και το skating rink, όπου στο κέντρο του χωριού ερασιτέχνες γλύπτες make ice and snow sculptures.
Εικ. 36

 Οι περισσότεροι πεζοπόροι συνεχίζουν την πορεία προς την κορυφογραμμή του Schyninge Platte (Εικ.36). Αυτό σημαίνει πως θα πάρουν την εναέρια γόνδολα για το First. Κατά την ανάβαση θα έχουν στην πλάτη τούς αστραφτερούς γίγαντες: Shreckhorn, Fiescherhorn και τις τρεις αδελφές. Όμως γρήγορα θα ανταμειφθούν στην κορυφή. Μπροστά τους απλώνεται το Interlaken με τις δύο λίμνες και στο βάθος οι Voralps, οι πρόποδες των Άλπεων. Από εδώ, η πεζοπορία μέχρι το Lütschenthal διαρκεί γύρω στις πέντε–έξι ώρες. Περπατάς πάνω σε μία κορυφογραμμή (Εικ.29)! Ρίξε μια ματιά στο τυρκουάζ χρώμα της Brienzersee, κοίταξε κατά μήκος της Thunersee, θαύμασε (για τελευταία φορά) το Griendelwald, το Lauterbrunnen, το απίστευτα πανύψηλο Jungfraujoch, τις όμορφες λιμνούλες που συναντάς, τα αγριολούλουδα που δεν επιτρέπεται να κόψεις! Φθάνεις εξαντλημένος από ομορφιά (ποιος μίλησε για σωματική κούραση) μπροστά στο σιδηροδρομικό σταθμό που θα σε μεταφέρει στο Interlaken Ost για το εξπρές του μεσονυκτίου, πίσω στη Ζυρίχη.

Όμως εμείς προτιμάμε μια άλλη διαδρομή που ξεκινά από το Grindelwald και με το Postauto κατευθυνόμαστε προς το Meiringen (Εικ.29). Το ταξίδι με το λεωφορείο είναι εξίσου εντυπωσιακό καθότι διασχίζει δύσκολες διαδρομές και διάσελα (σημ.: η διαδρομή αυτή επιτρέπεται μόνο για λεωφορεία των ΡΤΤ). Ειδικότερα σήμερα που θα κατέβουμε από το Gross-Scheidegg με υψομετρική διαφορά 1600μ. Δεξιά εκτείνεται ο ορεινός όγκος του Wetterhorn (3704μ) που τώρα το απογευματάκι αρχίζει να έχει κακές διαθέσεις και το Schrenkhorn (4078μ). Μεταξύ τους δεσπόζει το Oberer Grindelwaldgletscher και στο βάθος του παγετώνα ακόμη ψηλότερες κορυφές.

Συχνά, ο καιρός των Άλπεων είναι πολύ ευμετάβλητος. Εκεί που σε ψήνει η καλοκαιρινή ζέστη και αφήνεις τον εαυτό σου σε ρυθμούς μεσογειακής ραστώνης, τότε ξεσπά μια καταιγίδα. Η διαδρομή μέχρι το Postauto είναι περίπου 20 λεπτά. Χρόνο έχω να το προλάβω, αλλά γίνομαι μούσκεμα. Φορώ ένα τζάκετ πάνω από το πουκάμισο. Προχωρώ με βήμα γοργό, μα η μπόρα με έχει κάνει παπί. Με τη σκέψη ότι έχω ακόμη 2–3 ώρες μέχρι το σπίτι, με πιάνει το προσκοπικό μου δαιμόνιο και γλιτώνω από κρυολόγημα. Προτού ανέβω στο λεωφορείο μπαίνω στο παρακείμενο ξενοδοχείο και πάω κατευθείαν στην τουαλέτα. Γδύνομαι και ψάχνω για εφημερίδες. Δεν βρίσκω τίποτε. Έχει όμως χαρτί τουαλέτας. Το παίρνω και τυλίγω όλο το κορμί μου σαν μία σύγχρονη μούμια. Τυλίγομαι μία, δύο και τρεις φορές μέχρι να εξαντλήσω όλο το  κ…χαρτο και μετά φορώ τα ρούχα μου! Αυτό ήταν, παλιό προσκοπικό κόλπο σε περίπτωση καταιγίδας. Βγαίνω σαν κύριος και επιβιβάζομαι στο λεωφορείο….. Καθοδόν ένα μικρό ποταμάκι μάς ακολουθούσε. Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί ότι στο τέλος της διαδρομής θα εξελισσόταν σε ένα γίγαντα καταρράκτη, τον πολύ φημισμένο Reichenbach Falls, που θα σας διηγηθώ στο επόμενο ταξίδι.

Zurich, Göschenen, Sustenpass, Meiringen, Griendelwald. Η δεύτερη εξόρμηση για τη Berner Oberland έγινε δύο εβδομάδες αργότερα. Τούτη τη φορά θα διανυκτερεύσουμε (για το φόβο των καταιγίδων) και για να ανάψουν τα «χιλιομετρικά» αίματα, όπως θα αντιληφθείτε σύντομα. Το πολύ ενδιαφέρον κομμάτι της διαδρομής είναι αναμφίβολα μεταξύ Wassen και Meiringen, στο διάσελο του Sustenpass και σε υψόμετρο 2224μ (Εικ.37).

Εικ. 37

Το πρωινό τρένο για το Göschenen ξεκινά πάντα στην ώρα του. Θα κατέβουμε στο Wassen και θα συνεχίσουμε με το Postauto, καθότι η ορεινή αυτή διαδρομή δεν διαθέτει σιδηροδρομική σύνδεση. Διαλέξαμε τη διαδρομή αυτή επειδή θεωρείται μία από τις πιο γραφικές εκδρομές της Berner Oberland. Θα διανύσουμε μια απόσταση 46km. Ο δρόμος δεν έχει τόσες στροφές, ενώ τα στριβογυρίσματα γίνονται αντιληπτά κοντά στο διάσελο. Επικρατεί αλπική χαμηλή βλάστηση. Οδεύοντας προς το στενό, δεξιά μας έχουμε τον ορεινό όγκο του Titlis (από τη νότια πλευρά του) ενώ αριστερά μας εκτείνεται το Sustenhorn (3504μ) και μόλις διακρίνεται το Dammastock (βλέπε 10. περιήγηση). Το τοπίο είναι ημιάγριο, παντού βράχοι και πέτρες και στο βάθος ένας παγετώνας που οι ζεστές μέρες του καλοκαιριού ξέχασαν να τον λειώσουν. Η μαγεία του υψομέτρου σε εντυπωσιάζει και χωρίς να το καταλάβεις έχεις φθάσει στο διάσελο. Εδώ το λεωφορείο κάνει στάση 15 λεπτών, ώρα για τουαλέτα.

Εικ. 38

Μελετώντας το χάρτη διακρίνεις μία οδική αρτηρία σε μορφή ρόμβου, που διασχίζει τα τρία από τα πέντε γνωστά διάσελα των ελβετικών Άλπεων: Sustenpass, Grimselpass και Furkapass. Το τέταρτο στενό είναι το Nuffenenpass μεταξύ Airolo και της κοιλάδας του Ροδανού ποταμού. Το ένα άκρο του ρόμβου, ας πούμε η βάση του, αποτελεί το στενό του St. Gottardo, που θα διηγηθούμε αργότερα. Η κορυφή του ρόμβου ενώνει μαζί τα διάσελα Sustenpass και Grimsel–Furka.

Τα 5 Στενά των Άλπεων

 Η διαδρομή από Grimsel–Furka είναι σκόπιμο να γίνει το καλοκαίρι και ειδικά με το σιδηρόδρομο. Τα στενά αυτά κλείνουν τους χειμερινούς μήνες, το τρένο μετά δυσκολίας μπορεί να τα προσεγγίσει (Εικ.38). Αυτός ήταν και ο λόγος που έγινε ένα τούνελ 15.4km (Εικ. 61) στην καρδιά του Pzo Rotondo (3192μ) από όπου διέρχεται το Glacier Express (καλείται και τρένο των παγετώνων με διαδρομή από το St. Moritz προς το Zermatt). Το τούνελ ξεκινά βασικά από το Realp (καντόνι του Uri) και εξέρχεται στο Oberwald (καντόντι Wallis). Οι Ελβετοί προσπάθησαν να συντομεύσουν τη διαδρομή του, κατασκευάζοντας και δεύτερο τούνελ, αλλά το παράτησαν στη μέση. Η διάβρωση του εδάφους και το γρανιτώδες της περιοχής απέτρεψαν την ολοκλήρωσή του. Η «τρύπα του Furka» μόλις διακρίνεται δεξιά στην είσοδο από το Realp. Το καλοκαίρι λοιπόν, ξεκινά από το σταθμό Gastrecht του Realp το ατμήλατο τρενάκι Dampfbahn Furka–Bergstrecke (DFB) για το διάσελο των 2436μ. Το ταξίδι προς την κορυφή διαρκεί περίπου δύο ώρες και στη διαδρομή συναντάς απίθανες ομορφιές και εκπλήξεις. Δεξιά είναι ο μεγαλοπρεπής παγετώνας Rhonegletscher (Rhône Glacier ή παγετώνας του Ροδανού) και αριστερά στο βάθος η κοιλάδα του Rhône. Είναι ένα από τα αξιοθέατα της περιοχής που ίσως χαθεί τις επόμενες γενιές. Η αιτία είναι η ταχύτητα που λιώνουν οι πάγοι. Μαζί θα χαθεί και η σπηλιά των πάγων, ένα τεχνολογικό θαύμα στο Belvedere. Τα νερά που πατάμε, γίνονται από ρυάκι ένας μεγάλος ποταμός και χύνονται μετά από πολλά χιλιόμετρα στη Μεσόγειο. Δύο τεράστια φράγματα και υδροηλεκτρικά έργα συναντάμε μετά από το Grimselpass, τα νερά των οποίων μας ακολουθούν προς το Meiringen….

Το κλάξον του λεωφορείου μάς προειδοποιεί ότι το τέταρτο πέρασε και πρέπει να αναχωρήσουμε. Ξεκλέβεις κάποια δευτερόλεπτα για να αγναντέψεις τις αντικρινές κορφές. Έτσι αρχίζει ο δρόμος με την κατηφόρα που θα μας βγάλει στο Meiringen (Εικ.27). Στην αρχή βλέπεις το Steingletscher που τροφοδοτεί με νερό την Steinsee, ψηλά τα βουνά και στο βάθος αριστερά το καταφύγιο του Windegghütte (1887μ). Μετράς πάνω από δέκα στροφογυρίσματα. Σε κάποια στροφή η θέα προς την κοιλάδα Gadmental είναι εντυπωσιακή. Οι ελιγμοί συνεχίζεται μέχρι το Gadmen (1205μ). Όλα είναι μια φαντασία!

Εικ. 39a

 

Διασχίζουμε το Innertkirchen, το Aareschlucht και φθάνουμε στο Meiringen. Από εδώ συνεχίζουμε προς την Rosenlauital που θα μας οδηγήσει στο Griendelwald. Θυμόμαστε την καταιγίδα και βλέπουμε έξω τον ουρανό. Είναι ακόμη ξαστεριά. Σε λίγο φθάνουμε στον καταρράκτη του Reichenbach (Εικ.39α), που μαζί με το φαράγγι Aareschlucht αποτελούν θαύματα της φύσης. Τα «γαλακτώδη» νερά του καταρράκτη γλείφουν στην κυριολεξία τους γυαλιστερούς τοίχους των βράχων και με εκκωφαντικό θόρυβο συναντούν τον ποταμό Aare. Το σημείο αυτό επέλεξε ο Sir Arthur Conan Doyle, ως τον τόπο θανάτου τού Sherlock Holmes. 

Εικ 39a: Καταρράκτης του Reichenbach, Εικ 39b: Πίνακας του Sidney Paget. Holmes και Moriarty παλεύουν μπροστά στον καταρράκτη του Reichenbach

 
Εικ. 39b
The Final Problem είναι ένα διήγημα του μυθιστοριογράφου Doyle, που αναφέρετε στο Sherlock Holmes και δημοσιεύτηκε το 1893 στη συλλογή The Memories of Sherlock Holmes. Θεωρείται σήμερα ως μία από τις καλύτερες περιπέτειες του δαιμόνιου και επινοητικού ντετέκτιβ. Η ιστορία εξελίσσεται το 1891 στους καταρράκτες του Reichenbach (Εικ.39b), όπου ο Holmes αντιμετωπίζει το μεγαλύτερο αντίπαλό του, τον καθηγητή Moriarty: «……Holmes’ and Watson’s journey take them to Switzerland where they stay at Meringen. From there they decide to take a walk visiting to Reichenbach Falls, a local natural wonder. A boy appears and hands Watson a note, saying that there is a sick woman back at the hotel who wants an English doctor. When he reaches the Hotel, the innkeeper has no idea about any sick woman. Realizing at last what has happened, Watson rushes back to the Waterfalls, but finds no one there, although he does see two sets of footprints going out onto the muddy dead end path with none coming back…… It is all to clear Holmes and Moriarty have both fallen to their deaths down the gorge while locked in mortal combat……». Με το διήγημα αυτό, ο Doyle ήθελε να «απαλλαγεί» από τον ήρωά του και να «ασχοληθεί με σημαντικότερα θέματα», όπως έγραφε στη μητέρα του.

Μπροστά μας υψώνεται επιβλητικά ο ορεινός όγκος του Schwarzwaldalp (3192μ) και στο βάθος το Wetternhorn. Ανεβαίνοντας, η θέα γίνεται περισσότερο αποκαλυπτική, πλησιάζουμε στο Grosse Scheidegg. Το αεράκι είναι παγωμένο και χρειαζόμαστε ζακέτα. Θα διανυκτερεύσουμε στο ξενοδοχείο Gasthof Steinbock του Grindelwald.

Το δωμάτιο έχει ξύλινη επένδυση, σου δίνει την εντύπωση της sauna. Α! είπα sauna και το ξενοδοχείο διαθέτει ειδικό τέτοιο χώρο. Τι άλλο καλύτερο δώρο χαλάρωσης για το ταλαιπωρημένο μας κορμί. Μπαίνουμε στη sauna με την κατάλληλη περιβολή, γυμνοί! Είμαστε μακριά από την Ελλάδα και δεν έχουμε αναστολές. Η βραδινή ώρα είναι των ανδρών. Καθόμαστε πάνω στους ξύλινους πάγκους και ρίχνουμε καμιά γουλιά νερό στα ερυθροπυρωμένα κάρβουνα, τα οποία «αφρίζουν» και εκπέμπουν εκατομμύρια σταγονίδια που τρυπούν την επιδερμίδα του προσώπου μας σαν μικρές βελόνες. Είναι η στιγμή που οι πόροι ανοίγουν. Η θερμοκρασία είναι γύρω στους 60οC και η σχετική υγρασία στους 45ο. Καλές συνθήκες για αρχάριους. 

Η Sauna είναι καθαρά σκανδιναβική συνήθεια ή μάλλον τρόπος ζωής. Δεν υπάρχει σπίτι στη Φιλανδία χωρίς σάουνα …γυμναστήριο χωρίς θερμόλουτρο. Στους μεσογειακούς λαούς είναι μάλλον άγνωστη ή μας αφήνει αδιάφορους. Ενδεχομένως να μην την έχουμε ανάγκη στους καλοκαιρινούς καύσωνες. Είναι όμως το ίδιο πράγμα; Σίγουρα όχι. Για τους βόρειους, η sauna δεν είναι πολυτέλεια ή χάσιμο χρόνου αλλά αναγκαιότητα. Είναι η στιγμή της ψυχικής και σωματικής χαλάρωσης, ένα είδος Yoga ας πούμε. Γι’ αυτό και η προετοιμασία του τελετουργικού διαρκεί αναλόγως. Πριν από την είσοδο επιβάλλεται ένα λουτρό καθαριότητας (σαν καθαρτήρια διαδικασία) με χρήση άφθονου χλιαρού νερού ώστε να προετοιμαστεί το σώμα για υψηλότερες θερμοκρασίες και να αποφύγει θερμικά σοκ. Στο θάλαμο (πρόκειται για ένα ξύλινο κουβούκλιο που χωρά μόλις 5–6 άτομα) εισερχόμαστε χωρίς το ρολόι ή τα βραχιόλια μας για να μην πάθουμε εγκαύματα και …. περιμένουμε να ιδρώσουμε. Φυσικά δεν το παρακάνουμε, 15–20 λεπτά είναι αρκετά. Μετά βγαίνουμε και μπαίνουμε στο βαρέλι με το παγωμένο(!) νερό, μαζί και το κεφάλι! Έτσι καθαρίζουν οι ανοιγμένοι πόροι και ταυτόχρονα κλείνουν για να μην πάθουμε κανένα κρυολόγημα. Με τη σάουνα φυσικά δεν αδυνατίζουμε. Χάνουμε μερικά γραμμάρια σε υγρά, τα οποία αναπληρώνουμε με νερό ή ένα φυσικό χυμό. Ξαπλώνουμε λίγο έξω και χαλαρώνουμε. Αν το δέρμα μας έχει κοκκινίσει, αν αισθανόμαστε χαλάρωση και υπνηλία, τότε το πείραμα πέτυχε και αξίζει να το δοκιμάσουμε την επόμενη φορά …και, ας μην συγχέουμε την sauna με το χαμάμ, έχουν διαφορετικό τρόπο λειτουργίας.

Σε λίγο έρχονται και κάποιοι Γερμανοί και στριμωχνόμαστε. Ζητούν την άδεια να ρίξουν μερικές σταγόνες ευκαλύπτου για να κάνει τον αέρα ευχάριστο στην αναπνοή. Ήταν η αιτία για να αρχίσουμε τη συζήτηση.


9. περιήγηση: Το ταξίδι των κοιλάδων: Siemmental–Rhône–Centrovalli
Για το τι θα επακολουθήσει, σας δίνω μόνο το σιδηροδρομικό δρομολόγιο: 754 Grindelwald, 839 Interlaken Ost, 903 Spiz, 1008 Zweisimmen, 1030 Gstaad, 1245 Montreux, 1445 Brig, 1449 Domodossola, 1654 Locarno, 2154 Ζυρίχη. Εννέα ώρες κράτησε το ταξίδι για το ιταλόφωνο Locarno και αισθάνεσαι την ίδια ευεξία όσο και την ώρα της αναχώρησης. Και όταν στην επιστροφή βρίσκεις ένα αναπαυτικό κάθισμα, απλώνεις τα πόδια σου, παρατηρείς το ηλιοβασίλεμα στις Άλπεις, ενώ τα μονωτικά τζάμια του βαγονιού σε απομονώνουν σε ένα κόσμο νιρβάνα, παίρνεις χαρτί και μολύβι και εξιστορείς τη μέρα σου.
 
Αν το χθες ανήκε στη χαλάρωση του σώματος, το σήμερα ανήκει στη χιλιομετρική της ανάταση. Ξεκίνησα πρωί από το Grindelwald με ενδιάμεσο προορισμό την ελβετική Ριβιέρα, το Montreux στη λίμνη Léman. Η διαδρομή μέχρι το Interlaken γίνεται με τα παραδοσιακά καφέ–κίτρινα βαγόνια της Berner Oberland Bahn (ΒΟΒ). Συνεχίζεις με το Intercity μέχρι το Spiez. Εδώ είναι ένας μεγάλος κόμβος, από τον οποίο ξεκινούν δύο σιδηροδρομικές γραμμές τουριστικού ενδιαφέροντος. Η μία κατευθύνεται προς το Κadersteg, τρυπά το βουνό και εξέρχεται στο Goppenstein. Είναι το γνωστό τούνελ Lötschenberg που συντομεύει τη διαδρομή προς την κοιλάδα του Ροδανού κατά πολύ. Πάνω από το τούνελ δεν περιγράφεται. Πλήθος βουνοκορφών με υψόμετρο άνω των 3000μ δεσπόζουν την περιοχή. 
 
Εικ 40                                   Εικ. 41

 Η γραμμή αυτή είναι γνωστή με τα αρχικά BLS (Berner Lötschenberg –Simplon) και ανήκει στη φημισμένη διαδρομή του Orient Express του προηγούμενου αιώνα. Εμείς θα προτιμήσουμε τη δεύτερη διαδρομή που διασχίζει την κοιλάδα Simmental. Από εδώ αρχίζει το ταξίδι των κοιλάδων και θα συνεχιστεί για 300km μέχρι το Locarno. Μέχρι το Montreux, ολόκληρη η διαδρομή διέρχεται μέσα από μια καταπράσινη κοιλάδα, κυρίως αν το ταξίδι γίνει την Άνοιξη. Η περιοχή δεν διακρίνεται για τα ψηλά βουνά της. Θεωρείται μία φυσική προέκταση της φημισμένης κοιλάδας Emmental (Εικ.41) από την οποία παράγεται το γνωστό τυρί Emmental με τις μεγάλες τρύπες (Εικ.40). 
 
Το τυρί αυτό δεν γίνεται μόνο τοστ, αλλά και σαγανάκι ….με τον ελβετικό τρόπο, γι’ αυτό θεωρείται και το εθνικό Imbiss των Ελβετών. Το τυρί τοποθετείται μέσα σε ένα κεραμικό μπολ, το οποίο ζεσταίνουμε και το τυρί λειώνει. Με καλαμάκια (και όχι με τα χέρια) βουτάμε κομμάτια ψωμί μέσα στο λειωμένο τυρί και το τρώμε (κάτι ανάλογο με την παπάρα). Υπάρχει ποικιλία ειδών από σάλτες, με ιδιαίτερες γεύσεις που συνοδεύουν το fondue, όπως λέγεται το ελβετικό αυτό φαγητό (η λέξη προέρχεται από το γαλλικό fondre που σημαίνει λειώνω). Σε όλη αυτή τη διασκέδαση βρίσκω τρία μειονεκτήματα: ο οικοδεσπότης θα πρέπει να έχει κοντά του έναν πυροσβεστήρα σε περίπτωση που το τραπέζι λαμπαδιάσει, όλα τα ρούχα μυρίζουν μετά τσίκνα και τρίτο, το φαγητό fondue δεν μου αρέσει καθόλου. Είναι πολύ βαρύ. 
 
Εικ. 42

Η πρώτη στάση θα είναι το Gstaad, η πόλη για χοντρά πορτοφόλια, η πόλη με τα διεθνή φεστιβάλ, το swiss open, αλλά και μια super ski region (Εικ.42). Απέναντι από το σταθμό πίνω τον καφέ μου και χαζεύω τον κόσμο που περνά με τις βαλίτσες Samsonite, τα γυναικεία ρούχα Hermes, κάποια πλατινένια ρολόγια Rolex και ο καφές να κοστίζει 2.20SFr, όσο και αλλού. Οι τιμές δεν διαφοροποιούνται και όπου βρεθείς και κάτσεις το ίδιο θα πληρώσεις. Όχι επειδή είναι Gstaad να τον διπλασιάσουμε (αυτό κάτι μου θυμίζει από ellada). Μου κάνουν εντύπωση τα ξύλινα σπίτια με τις κεκλιμένες σκεπές (όπως και στην Arosa) ώστε να μην μένουν εκτεθειμένες σε μεγάλο όγκο χιονιού. Τα πολύχρωμα λουλούδια πλημμυρίζουν τις βεράντες. Ο συνδυασμός του σκούρου ξύλου με τα κόκκινα λουλούδια είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα της Ελβετίας. 

Το ταξίδι θα συνεχιστεί με τα πανοραμικά γυάλινα βαγόνια του Montreux–Oberland Bahn (MOB), γι’ αυτό και η ονομασία του συρμού είναι Panoramic–Express. Διασχίζει μία απόσταση 76km σε μετρική γραμμή και λειτουργεί όλο το χρόνο.

Είμαστε στα σύνορα τριών καντονίων (Bern, Vaud, Valais) και στην περιοχή μιλάνε γαλλικά. Εδώ είναι τα υψώματα Haute Gruyére γνωστά για το τυρί «γραβιέρα». Στο Montbovon γίνεται διακλάδωση προς τα αριστερά για να συνεχίσουμε προς το Montreux. Συναντούμε τα πορτοκαλί τρένα που αναχωρούν για την κοιλάδα Gruyére (Εικ.43).
 
Εικ. 43 Συνδυασμός φύσης και σιδηροδρομικής πολυχρωμίας

Μετά το τελευταίο τούνελ (Jor–Ruisseau des Cases) και πλησίον του Les Avants αρχίζουν οι στροφές μέχρι το Montreux (Champy, Sonzier, Chermex, κ.λπ.). Σε κάθε στροφή φωτογραφίζεις τη λίμνη Lèman και απολαμβάνεις το τοπίο. Από ψηλά, η λίμνη έχει σχήμα κρουασάν, ενώ όσο κατεβαίνουμε παρατηρούμε τις επιβλητικές βίλες κατά μήκος των ακτών της. Στο βάθος φαίνονται αχνά οι γαλλικές Άλπεις, ο Ροδανός ποταμός και άλλες σπουδαίες γαλλόφωνες πόλεις, όπως το Nion και η Vevey. Το Montreux όλο και πλησιάζει και 1245 είμαστε ήδη στο σταθμό. Αλλάξουμε αποβάθρα γιατί το Express Γενεύης–Μιλάνου αναχωρεί σε λίγο.

Η Λίμνη της Γενεύης (στα γερμανικά Genfersee όπως είναι και το άλλο της όνομα), θεωρείται η μεγαλύτερη λίμνη της Δυτικής Ευρώπης και διαρρέεται από το Ροδανό ποταμό. Με το πέρασμα των αιώνων είχε διαφορετικά ονόματα, όπως Lacus Lemanus (Ρωμαίοι), Lac de Lausanne (Μεσαίωνας) και τελευταία Lac de Geneve, αναδεικνύοντας την πόλη της Γενεύης σε πρωταγωνίστρια της περιοχής. Τρεις είναι οι μεγαλύτερες πόλεις της λίμνης και αυτές ελβετικές: η Γενεύη, η Λωζάνη και το Μοντρέ. Η Γενεύη είναι πόλη με πολύ ψηλό βιωτικό επίπεδο. Είναι πόλη της διπλωματίας, των εκατοντάδων διεθνών οργανισμών (π.χ. ο παγκόσμιος οργανισμός υγείας, WHO, εδώ εδρεύει), του πυρηνικού κέντρου CERN και του υδάτινου πίδακα των 80μ που ξεπροβάλλει μέσα από τη λίμνη προς τον ουρανό. Γνώρισμα της πόλης είναι οι μπουτίκ ακριβών ρολογιών, όπως Baume & Mercier, Favre Leuba, Tag Heuer, Gmäldin, Reymond Weil, Patek Phillip, Rolex κ.ά., ενώ βρίσκεις και φθηνότερες μάρκες, Tissot και Swatch. Κάποιες μπουτίκ δεν σου επιτρέπουν την είσοδο μόνο για χάζι γι’ αυτό μια πινακίδα σε προειδοποιεί …κτυπήστε το κουδουνάκι. Η Λωζάνη φιλοξενεί το Μουσείο των Ολυμπιακών Αγώνων. Μοιάζει με την Καβάλα, είναι αμφιθεατρικά κτισμένη και κατεβαίνεις στην παραλία με τελεφερίκ. Σε κάποιο από τα ξενοδοχεία τής παραλίας έχει υπογραφεί και η περίφημη Συνθήκη της Λωζάνης (1923) μεταξύ του Ελ. Βενιζέλου, των Τούρκων και αντιπροσωπιών άλλων βαλκανικών χωρών.Το Μοντρέ έχει το παγκοσμίου φήμης jazz festival κάθε Ιούλιο.

Η διαδρομή στο βόρειο τμήμα της λίμνης προτείνεται ανεπιφύλακτα. Εκτός από τις βίλες, ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει τα γραφικά χωριουδάκια και να περιηγηθεί σε αυτά με ένα ποδήλατο που νοικιάζει από το σιδηροδρομικό σταθμό. Ακολουθεί το route suisse και μπορεί να διέλθει από τις πλαγιές των αμπελώνων. Στην περιοχή Lavaux θα κάνει μία στάση για να γευτεί από τα κελάρια των ντόπιων το πιο διάσημο κόκκινο κρασί της Ελβετίας, το Dôle. Η περιοχή έχει πολλούς πύργους (Châteaux), χώροι στρατηγικής σημασίας κατά το Μεσαίωνα που ο χρόνος κρατά αγέρωχους για να θυμίζουν πολέμους και κατακτήσεις. Κάποιοι από αυτούς έχουν αγοραστεί από την αριστοκρατία της Ευρώπης και οι ιδιοκτήτες έχουν φτιάξει δικό τους κελάρι (π.χ. το Châteaux de Coppet είναι εξαιρετικό κρασί της περιοχής). Δίπλα στην Nyon (περίχωρα Γενεύης), στο Châteaux de Prangins υπάρχει ένα σπουδαίο μουσείο αφιερωμένο στην ιστορία τα Ελβετίας.

Το τρένο διασχίζει με μεγάλη ταχύτητα το Martigny και ουσιαστικά εισέρχεται τώρα στην κοιλάδα του Rhône, που φαίνεται να ραΐζει το συγκρότημα των Άλπεων και να χωρίζει τις ελβετικές από τις γαλλικές Άλπεις. Οι αμπελώνες συνεχίζουν ατέλειωτοι στις πλαγιές των βουνών και ο οίνος ρέει άφθονος στο restaurant του τρένου, όπου έχω καταφύγει για μεσημεριανό φαγητό. Δοκιμάζω ένα βραστό ξινό λάχανο (choucroute) με λουκάνικα και κόκκινο κρασί Dôle από τη φημισμένη περιοχή του Wallis. Έξω από το παράθυρο βλέπουμε τα υδροηλεκτρικά έργα. Πρόκειται για σωλήνες νερού του ενός μέτρου που κατεβαίνουν από το βουνό σε ζευγάρια και με την υδατόπτωση παράγεται ηλεκτρικό ρεύμα για το σιδηρόδρομο ή για εξαγωγή στις γειτονικές χώρες.

Σε λίγο πλησιάζουμε στο Leuk, γνωστό για το δορυφορικό σταθμό. Από εδώ, η Ελβετία επικοινωνεί υπεραντλατικά, από εδώ γίνεται η δορυφορική επικοινωνία με Αυστραλία και Αφρική. Κάτι σαν τις δικές μας Θερμοπύλες. Αριστερά, πάνω στο βουνό και σε υψόμετρο 1400μ είναι τα γνωστά θερμά λουτρά του Leukbad, όπου δέκα χρόνια αργότερα τα επισκέφτηκα και έζησα τη χαλάρωση των θερμών και ιαματικών λουτρών τους σε θερμοκρασία γύρω στους 55οC.

Εικ. 44 Flore Alpine, συστατικό της ελβετικής χλωρίδας

Εικ. 45 Unterbäch με τις ονομαστές αγελάδες

 Διασχίζουμε το Ροδανό ποταμό και περνάμε από την άλλη πλευρά της κοιλάδας κατευθυνόμενοι στα μικρά χωριουδάκια: Unterems, Ergisch, Eischoll και Unterbäch. Θαυμάζεις την πολυχρωμία της φύσης, όπως αυτή παρουσιάζεται μπροστά σου ως αλπική χλωρίδα (Εικ.44). Κατάσπαρτη ομορφιά λουλουδιών στις πλαγιές της κοιλάδας υπενθυμίζουν ότι η Flore Alpine είναι ένα ξεχωριστό κομμάτι των Άλπεων που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον επιστημονικής έρευνας. Κυρίως δε, διότι κάποια είδη λουλουδιών τείνουν προς εξαφάνιση ή «αυτοκτονούν» λόγω της ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Αιτία είναι η όξινη βροχή, μία μορφή θειικού οξέως που συντίθεται από το βροχόνερο και τις εξατμίσεις των αυτοκινήτων. Σε υψόμετρο 1230–1500μ εκτείνονται καταπράσινα λιβάδια που βόσκουν οι μαύρες αγελάδες με χαρακτηριστικό γνώρισμα το μεγάλο καμπανάκι στο λαιμό τους (Εικ.45). Μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα η μεγαλύτερη παραγωγή τυριού γινόταν στην περιοχή των Άλπεων μέσου υψομέτρου από αγελαδινό γάλα, και σε ειδικούς χάλκινους κάδους (Kupferkessel), όπως συνηθίζεται ακόμη και σήμερα στις κοιλάδες των Emmental και Gruyere.

Συνεχίζοντας την πορεία προς το Brig στρέφω το βλέμμα μου προς τα δεξιά και αγναντεύω τη διαδρομή για το Zermatt, ίσως την πλέον φημισμένη περιοχή της Ελβετίας. Εκεί καταλήγει το εξπρές των παγετώνων (Glacier Express) που έρχεται από το St. Moritz, εκεί είναι οι υψηλότερες κορυφές των Άλπεων, εκεί ο θρόνος του Matternhorn.

Θυμάμαι σήμερα την εκδρομή του 1995, όταν είχα φθάσει στο ορεινό χωριό Zermatt σε υψόμετρο 1820μ. Από τη στιγμή που θα βγούμε από τα κόκκινα βαγόνια του Glacier Express συναντάμε ένα θέαμα εντελώς διαφορετικό. Νομίζουμε ότι βρισκόμαστε στο Τόκιο. Οι Γιαπωνέζοι (τουρίστες!) είναι περισσότεροι από τους ντόπιους. Όλοι οι δρόμοι είναι καλντερίμια, στην πόλη κυκλοφορούν άμαξες και το χειμώνα έλκηθρα. Αυτό που μας κάνει εντύπωση είναι η σιωπή που πλανάται γύρω μας. Δεν υπάρχουν αυτοκίνητα, ενώ το περιβάλλον δημιουργεί μία φιλόξενη ατμόσφαιρα. Ο αέρας είναι φρέσκος, ορεινός. Άλλωστε είμαστε σε μια περιοχή με βουνά υψηλότερα των 4000 μέτρων (αριστερά του Castor είναι η Monte Rosa, η υψηλότερη κορυφή της Ευρώπης με 4556μ υψόμετρο). Ο κεντρικός δρόμος σφύζει από μαγαζιά παντός είδους και κάθε βαλαντίου! Εφεξής χρησιμοποιούμε τα πόδια και τα τελεφερίκ. Μετά από λίγο ξεπροβάλει μπροστά μας, χωρίς σύννεφα ευτυχώς, το Matterhorn (Εικ.46).
Matternhorn. 

Η Μέκκα των Άλπεων. Είναι το πιο φημισμένο βουνό των Άλπεων εξ αιτίας των μύθων που το περιβάλλει. Σε ένα υψόμετρο 4478μ και με τη βορινή πλευρά εκτιθέμενη στον ίλιγγο του κενού, η μόνη πρόσβαση δίνεται από το νότο και αυτή με μεγάλο ρίσκο. Ενώ παρόμοιες υψομετρικές βουνοκορφές κατακτήθηκαν πολύ νωρίτερα, γύρω στα 1840, το Matterhorn παρέμενε «unclimbable» τουλάχιστον μέχρι το 1865. Τότε, άγγλοι ορειβάτες με οδηγούς από το Chamonix και το Zermatt αποφάσισαν να ξεκινήσουν από την Ιταλία (νότια πλευρά) και ακολουθώντας το Theodulpass να αναρριχηθούν αρχικά στα 3301μ, μετά να ακολουθήσουν βορειοδυτική πορεία και να εισέλθουν στον ορεινό όγκο του Matterhorn (Εικ.46, αριστερά). Συνολικά επτά άτομα κατάφεραν να ανέβουν στην κορυφή για πρώτη φορά. Η κατάληξη όμως είχε δραματικό τέλος (μου θυμίζει μία κινηματογραφική ταινία ανάλογης δραματικότητας). Στην επιστροφή, ο άγγλος ορειβάτης Hadow γλιστρά και παρασύρει μαζί του, στο κενό, τον απροετοίμαστο Croz, που δεμένος με σκοινιά με τους Hudson και Douglas, βρίσκονται όλοι τα επόμενα δευτερόλεπτα στο βάραθρο. Ο γέρος Taugwalder μπόρεσε να σώσει τους υπόλοιπους τρεις.

Εικ.46 Zermatt και ανάβαση...

στην κορυφή του Μικρού Matterhorn (3883m)

Ο θρίαμβος και η τραγωδία έκαναν τότε το γύρο του κόσμου δημιουργώντας ανεπανάληπτους μύθους για το θρυλικό αυτό βουνό. Ακόμη και σήμερα θεωρείται «απάτητο» για τους μη μυημένους ορειβάτες καθότι το βουνό αυτό δεν διαθέτει στην κορυφή του κανένα περιστρεφόμενο restaurant, αλλά ούτε και τελεφερίκ. Μερικά στατιστικά στοιχεία της περιοχής πράγματι εκπλήσσουν: 29 κορυφές πάνω από 4000μ από τις οποίες οι δεκατρείς είναι οι υψηλότερες τις Ευρώπης, η μεγαλύτερη περιοχή για σκι το καλοκαίρι (Sommerski), η μακρύτερη χειμερινή σαιζόν για σκι στην Ευρώπη, η μεγαλύτερη ανοικτή χιονοδρομική πίστα στην Ευρώπη με 13km. Συνεπώς θεωρείται σίγουρο, ότι το μικρό αυτό ορεινό χωριό (με τους 5000 μόνιμους κατοίκους) είναι το πιο περιζήτητο σημείο συνάντησης ανθρώπων χωρίς σύνορα.

Προχωρώντας για το Brig, οι σιδηροδρομικές γραμμές πληθαίνουν. Παράλληλα προς εμάς, αλλά από την άλλη πλευρά του Ροδανού, έρχεται ένας συρμός του BLS από το Interlaken μέσω του τούνελ Lötschenberg. Δεξιά, μας πλησιάζει ο συρμός των παγετώνων. Πανδαισία συρμών που θα την ζήλευε ο κάθε μοντελιστής για το διόραμά του. Όλοι θα συναντηθούμε στο Brig. Κάποιοι θα συνεχίσουν το ταξίδι τους στις κεντρικές Άλπεις και άλλοι για την κοιλάδα του Centovalli. Σημείο συνάντησης θεωρείται λοιπόν το Brig. Από εδώ ξεκινά η οδοιπορική εκδρομή για το μεγαλύτερο παγετώνα της Ευρώπης (Grosser Aletschgletscher, είμαστε πίσω από το Jungfrau, Εικ.34), από εδώ η ανάβαση στο Simplon.

Το στενό του Simplon θεωρείται ανάλογης ιστορικής αξίας όπως και του St. Gottardo. Ο λόγος είναι το δύσβατο της περιοχής και η ανάγκη διάβασης των απόκρημνων και συνήθως αποκλεισμένων, από το χιόνι, κορυφών, ώστε να περιοριστεί η απομόνωση των κατοίκων. Το στενό του Simplon (στα ιταλικά Passo del Sempione) βρίσκεται σε υψόμετρο 2008μ και είναι το σημείο διέλευσης μεταξύ των Άλπεων Berner Oberland και Lepontine. Στην περιοχή αυτή βρίσκεται και η συνοριακή γραμμή με την Ιταλία (εξ ου και τα ιταλόφωνα καντόνια). Η πρώτη χάραξη του στενού έγινε την εποχή του Ναπολέοντος για στρατιωτικούς κυρίως σκοπούς. Η βατότητα της διαδρομής βελτιώθηκε τόσο ώστε να την χρησιμοποιούν οι ταχυδρομικές άμαξες, ενώ μετά τη δεκαετία του ΄50, το στενό παρέμενε ανοικτό ολόκληρο το χρόνο καθιστώντας πλέον την περιοχή ως βασική οδική αρτηρία μεταξύ βορρά και νότου. Στην κάθοδο και κοντά στο χωριουδάκι Gondo, με τα καλντερίμια και την παράξενη ιταλόφωνη διάλεκτο, συναντάμε το εκπληκτικό φαράγγι Gondoschlucht. Σε μερικά χιλιόμετρα αντικρίζουμε τους συνοροφύλακες (τότε δεν υπήρχε συνθήκη Sengen) και το ιταλικό χωριουδάκι Iselle. Το τοπίο έχει αλλάξει. Είναι καθαρά μεσογειακό.

Σήμερα, στις αρχές της νέας χιλιετίας, οι συνήθειες είναι διαφορετικές. Οι τουρίστες μάλλον δεν ενθουσιάζονται από τη μαγεία των αλπικών στενών και προτιμούν το τούνελ Simplon είτε ως απλοί επιβάτες στο Orient Express είτε φορτώνοντας το αυτοκίνητό τους πάνω στα διαμορφωμένα βαγόνια. Η διέλευση διαρκεί λιγότερα από 15 λεπτά.

Εικ. 47

Το Simplontunnel είναι μια σιδηροδρομική σήραγγα των νότιων Άλπεων. Με μήκος περίπου 19.7km θεωρείτο μέχρι πρότινος η μακρύτερη στον κόσμο. Ενδεχομένως να ζήλεψε τη δόξα τού St. Gottardo και κάποια χρόνια μετά, το 1898, άρχισε η κατασκευή της. Τα εγκαίνια (Μάιος 1906) ήταν επίσημα και βασιλικά. Ο βασιλικός οίκος της Ιταλίας ήταν παρών, επίσης και οι ελβετικές αρχές. Βεβαίως, τα αρχικά σχέδια και οι αποφάσεις εκείνης της εποχής κάθε άλλο παρά ρόδινες ήσαν. Βρισκόμασταν σε μία εποχή που η Ευρώπη ταλανιζόταν από πολεμικές συγκρούσεις και τέτοιες σήραγγες, κυρίως διασυνοριακές, είχαν μάλλον στρατιωτικές σκοπιμότητες. Το έργο για την εποχή του ήταν αρκετά πρωτοποριακό. Ο εξαερισμός του χώρου και η μείωση της θερμοκρασίας στο κέντρο της σήραγγας (περίπου 40οC) εξασφαλίζονταν από μία παράλληλη σήραγγα, που χρόνια μετά διανοίχτηκε σε κανονική σήραγγα και σήμερα αποτελεί τη διπλή γραμμή διέλευσης συρμών.

 Η σημαντική στιγμή τέτοιων έργων δεν είναι ασφαλώς τα εγκαίνια, αλλά η διάνοιξη του τελευταίου μέτρου και η συνάντηση εργατών που δούλευαν πολλά χρόνια χωρίς να γνωρίζονται. Εργάτες με διαφορετική εθνότητα, κουλτούρα, γλώσσα και νοοτροπία συναντήθηκαν για πρώτη φορά στη ζωή τους, το Φεβρουάριο του 1905, σε ένα σημείο που απείχε περίπου δέκα χιλιόμετρα από τον καθαρό αέρα των Άλπεων, ενώ πάνω του υψώνονταν ορεινοί όγκοι περίπου 1500 μέτρων!

Για την ιστορία του τούνελ (τεχνικές λεπτομέρειες ηλεκτροκίνησης των συρμών καθώς και σχέδια εκτίναξής του κατά το Β΄ παγκόσμιο πόλεμο) μπορεί κάποιος να ανατρέξει στο Διαδίκτυο ή σε ανάλογα βιβλία. Εγώ θα περιοριστώ εδώ στο ρομαντικό κομμάτι του που συνδέεται ασφαλώς με το θρυλικό τρένο Orient Express (Εικ.47): «…μερικά βαγόνια παρακάτω συναντηθήκαμε και είχαμε διαβάσει μαζί την επιγραφή πάνω στην κλινάμαξα: ORIENT EXPRESS Paris, Lausanne, Milano, Tergesti, Zagreb, Beograd, Sofia, Instabul. Σταθήκαμε κάμποση ώρα κοιτάζοντας τα μεγάλα χρυσαφί γράμματα. Ο Ντάφιλ με κοιτούσε μέσα από τα γυαλιά του και μονολογούσε ……ξαναταξίδεψα με αυτό το τρένο το 1929. Είναι σπουδαίο τρένο, ίσως ένα από τα πιο διάσημα τρένα του κόσμου. Όπως ο Υπερσιβηρικός, έτσι και το Orient Express ενώνει την Ευρώπη με την Ασία, πράγμα το οποίο εξηγεί γιατί ο κόσμος έχει αυτή τη ρομαντική εικόνα γι’ αυτό το τρένο. Του έχει δώσει όμως μεγάλο γόητρο και η μυθιστοριογραφία: η ανήσυχη λαίδη Τσάτερλι ταξίδεψε με αυτό, το ίδιο έκαναν και ο Ηρακλής Πουαρό και ο Τζέιμς Μποντ. Ο Γκράχαμ Γκριν έστειλε μερικούς από τους περιφερόμενους άπιστους να ταξιδέψουν, λίγο προτού το πάρει και ο ίδιος….. Το ξεκίνημα του ρομαντισμού που περιέβαλε το Orient Express οφείλεται στο La Madone des Sleepings (1925) του Μορίς Ντεκομπρά. Η ηρωίδα του, η λαίδη Νταϊάνα πουλιέται κυριολεκτικά μέσα στο τρένο. ….Στο τέλος σταματώ και αναρωτιέμαι γιατί τόσο πολλοί συγγραφείς είχαν χρησιμοποιήσει το τρένο σαν σκηνικό για τις εγκληματικές τους ίντριγκες, καθώς κατάλαβα πως το Orient Express μπορούσε πραγματικά να σε σκοτώσει με πολλούς τρόπους. Η κουκέτα μου έμοιαζε με μία στενάχωρη ντουλάπα, ο ελεγκτής δεν μιλούσα καλά αγγλικά …έκανα μια βόλτα στο διάδρομο του βαγονιού: ένα ζευγάρι γιαπωνέζων που δεν τους ξαναείδα, ένα ηλικιωμένο ζευγάρι αμερικανών και λίγο παραπέρα μια χοντρή Γαλλίδα μητέρα που μετέδιδε στη μικρή της κόρη την καχυποψία για όλους τους άλλους γύρω της… Δεξιά και αριστερά μας οι Άλπεις υψώνονταν κάθετα προς τον ουρανό και ακόμη και στα πιο απίθανα μέρη έβλεπες χαμηλά σαλέ με επικλινείς στέγες, φυτρωμένα άλλα εδώ και άλλα εκεί σαν μανιτάρια. Πολλές κοιλάδες ήταν σκοτεινές, ο ήλιος φώτιζε μόνο τις πιο ψηλές πλαγιές και τις βουνοκορφές. Απομακρύνθηκα από το διάδρομο και όταν επέστρεψα στην κουκέτα μου βρήκα τον Ντάφιλ να τρώει φέτες από το σαλάμι του, αλλά μόλις έφερε στο στόμα του την τελευταία μπουκιά, μπήκαμε σε ένα τούνελ και όλα γύρω μας σκοτείνιασαν. … άναψε το φως, μου είπε, δεν μπορώ να φάω στο σκοτάδι, δεν νοιώθω τη γεύση….. Η φωνή του ακούστηκε πολύ κοντά στο πρόσωπό μου. Τραβήχτηκα προς το παράθυρο και προσπάθησα να διακρίνω τους τοίχους του τούνελ. Ο ήχος των τροχών ακουγόταν δυνατός και το τρένο έμοιαζε να είχε αναπτύξει μεγάλη ταχύτητα.

Είχαν περάσει δυο τρία λεπτά και ήμασταν ακόμη μέσα στο τούνελ, λες και είχαμε πέσει σε ένα μεγάλο πηγάδι στις Άλπεις, που τελικά θα μας έβγαζε στα σύνορα με την Ιταλία, μακριά από τους παγετώνες και τις ξεπαγιασμένες κουκουβάγιες. Αυτό πρέπει να είναι το τούνελ του Σιμπλόν άκουσα τον Ντάφιλ να λέει. Στις 9.35 σταματήσαμε στη Ντομοντόσολα, στη βόρεια Ιταλία και στην πλατφόρμα του σταθμού είδα έναν άντρα με ένα υπερφορτωμένο καροτσάκι να πουλάει καφέ και σάντουιτς. Είχε επίσης και κάμποσα μπουκάλια κρασί. Το Orient Express κάποτε μοναδικό για το σέρβις του έχει καταντήσει μοναδικό σε ελλείψεις φαγητού. Η πείνα σού κλέβει την απόλαυση του ταξιδιού, σκέφτηκα. Έτσι, αποφάσισα να αγοράσω μεγάλες προμήθειες. Το ταξίδι θα διηρκούσε αρκετές μέρες….».

Σε λίγο φθάνουμε και εμείς στην Domodossola που μας θυμίζει Ελλάδα. Εδώ θα αλλάξουμε τρένο και θα επιβιβαστούμε στους ιταλικούς Ferovia που δεν συγκρίνονται με τα ελβετικά τρένα. Είναι οι τοπικοί σιδηρόδρομοι που επικοινωνούν με το Locarno διασχίζοντας μια από τις πιο όμορφες κοιλάδες της κεντρικής Ευρώπης, τη Centovalli. 14.49 είναι η ώρα αναχώρησης και ξεκινάμε οκτώ λεπτά νωρίτερα. Ε και! στην Ιταλία δεν βρισκόμαστε; Στην απορία μου, ο ελεγκτής σήκωσε τους ώμους του και προτού τελειώσει τη φράση Adiamo (φεύγουμε) το τρένο είχε ήδη εγκαταλείψει το σταθμό. Οι Ιταλοί κάνουν πολύ κέφι να φοράνε στολές, σκεφτόμουνα, μοιάζουν σαν μαθητούδια που ψήλωσαν απότομα, μονολογούσα….. είναι σαν τους έλληνες συναδέλφους τους, διαπίστωνα…

Ο πολυταξιδεμένος Telegdi είχε μάλλον δίκιο. Σε κάποια από τις συναντήσεις της Τρίτης, στη Niederdorfstrasse, προσπαθούσε να μου εξηγήσει τη διαφορετικότητα στη νοοτροπία μεταξύ των ευρωπαϊκών λαών. Την παρομοίαζε σαν δυο αντιμαχόμενα στρατόπεδα, που έχουν διαχωριστική γραμμή. Και αυτή η γραμμή είναι οι Άλπεις, συμπλήρωνε και συνέχιζε ….. βλέπετε, ακόμη και μέσα στην Ελβετία διακρίνουμε διαφορετική νοοτροπία μεταξύ βορρά και νότου ..πόσω δε μάλλον μεταξύ νότιας και βόρειας Ευρώπης   ή όταν θύμωνε ...Sie, die Griechen, sind südlicher der Alpen... (εσείς οι Έλληνες είστε πολύ νότια των Άλπεων). Σε αυτό το δίλημμα της επιβεβαίωσης βρέθηκα, χρόνια μετά, σε κάποιο σιδηροδρομικό μου ταξίδι από το Μόναχο προς τη Νυρεμβέργη. Είχαμε φύγει γύρω στις 11.00 από το σταθμό του Μονάχου αγοράζοντας το Bayernticket (29€), που σου επιτρέπει σε εσένα και την παρέα σου (μέχρι πέντε άτομα) να συνταξιδεύετε σε όλη τη Βαυαρία, ολόκληρη την ημέρα με το ίδιο εισιτήριο. Μπροστά μας καθόταν μία παρέα από τέσσερα άτομα και μιλούσαν, μάλλον χαχάνιζαν. Μετά από ένα τέταρτο έρχεται ο ελεγκτής, ένας πανύψηλος τύπος με προγούλια και φαινομενικά ηλίθιο ύφος, ενώ όταν μίλαγε νόμιζες ότι το στόμα του ήταν γεμάτο με δαμάσκηνα. Κάποιος από την παρέα τού δίνει το εισιτήριο και λέει ότι συνταξιδεύουν όλοι με το Bayerticket. Jawohl απάντησε ο ελεγκτής και άρχισε να τους επεξηγεί τους όρους του εισιτηρίου: πρέπει όλοι οι …… ενώ η παρέα προφανώς αδιαφορούσε! Προτού ο ελεγκτής προχωρήσει στον επόμενο επιβάτη (σε αυτό το σημείο η παρέα φάνηκε φοβερά άτυχη όπως θα διαπιστώσετε αμέσως) το τρένο πιάνει σε έναν ενδιάμεσο σταθμό και ανεβαίνει ο πέμπτος της παρέας, η Ingrid. Αφού φιλιούνται και την καλωσορίζουν, στρέφεται ο ελεγκτής προς την κοπελιά και της ζητά το εισιτήριο. 

Η απάντηση έχει δραματική εξέλιξη. Ένας της παρέας, εντελώς απορημένος, υποστηρίζει ότι η επιβάτης ανήκει στην παρέα που συμπληρώθηκε με πέντε άτομα, όπως προβλέπουν οι κανονισμοί του εισιτηρίου, και συνεπώς δεν έχει δικό της εισιτήριο. Ο ελεγκτής προφανώς αγέρωχος και ψυχρός, τους υπενθυμίζει πάλι τις λεπτομέρειες του κανονισμού, που η παρέα προηγουμένως δεν τον πρόσεχε: πρέπει όλοι οι επιβάτες να ξεκινούν από τον ίδιο σταθμό και να μην τους μαζεύετε από το δρόμο ήταν τα λόγια του, ενώ τα χέρια του άρχιζαν να κόβουν το αντίτιμο μαζί με το πρόστιμο, συνολικά 65ευρώ! Έγινε πανδαιμόνιο. Οι διαμαρτυρίες έπεφταν βροχή, αλλά κανείς από τους άλλους επιβάτες δεν συμμετείχε και βεβαίως δεν έπαιρνε το μέρος των «αγανακτησμένων». Η δική μου παρέα είχε μείνει άναυδη. Σκεφτόμασταν όλοι το ίδιο πράγμα, τι θα συνέβαινε αν το ίδιο γεγονός γινόταν στον ΟΣΕ. Εκφράσεις όπως, … άσε τα παιδιά,ρε! φτωχά είναι … μα δεν ντρέπεσαι, έτσι σου είπαν να κάνεις σε συνδυασμό και με κάποια κοσμητικά επίθετα από τους συνεπιβάτες θα συνέθεταν το παζλ της μεσογειακής μας νοοτροπίας. Θα αναγκαζόταν τελικά ο έλληνας ελεγκτής να συναινέσει συμβουλεύοντας(!) την παρέα: καλά, καλά… αλλά την επόμενη φορά να μην το ξανακάνετε ή θα επέμενε στη νομιμότητα της ενέργειάς του, όπως υποστήριζε ο εκ βορείων των Άλπεων συνάδελφός του; Ιδού η απορία!

Έξω από την πολύβουη Domodossola, το τρένο περνούσε ανάμεσα από λαχανόκηπους και περιβόλια. Το φαινόμενο αυτό είναι πολύ συνηθισμένο σε χώρες της κεντρικής Ευρώπης. Έξω από την πόλη, ο δήμος νοικιάζει μικρές εκτάσεις στους δημότες για να καλλιεργήσουν κηπευτικά. Φτιάχνουν ένα μικρό υπόστεγο για τα εργαλεία του κηπουρού και αρχίζουν τα όργωμα.

Εικ. 48 Centovalli

Κάποιοι ποδηλάτες με μαντιλάκια στο λαιμό είχαν την ίδια κατεύθυνση με εμάς. Λίγο πιο πέρα μια εκκλησία, αφιερωμένη στη Madonna, αψηφούσε τους νόμους της βαρύτητας, στεκόταν στην άκρη ενός βράχου. Η κοιλάδα Centovalli είναι φημισμένη για τη γραφικότητά της (Εικ.48). Όπως λέει και το όνομά της, αποτελείται από εκατό κοιλάδες. Η διαδρομή μέχρι το Locarno διαρκεί περίπου δύο ώρες και φαίνεται σαν το τρένο να πηδά από λόφο σε λόφο πάνω από κρεμαστές ή τοξοειδείς γέφυρες, όλες του ίδιου τύπου κατασκευής. Καθόμαστε στα δεξιά του βαγονιού για καλύτερη θέα. Περνάμε από γνωστά χωριά, το Intragna, από την ομώνυμη γέφυρα του οποίου έγινε το πρώτο Bankie jumbing στην Ελβετία σε βάθος 70μ και το Verscio, προτού φθάσουμε στο Locarno, πρωτεύουσα του ιταλόφωνου καντονίου Tessino.

Το Locarno βρίσκεται στις όχθες της Lago Maggiore κοντά στους πρόποδες των Άλπεων. Θεωρείται από ιστορικής και πολιτιστικής άποψης σπουδαίο τμήμα της ελβετικής κουλτούρας. Εδώ λαμβάνει χώρα το σημαντικότερο φεστιβάλ κινηματογράφου της χώρας, που πραγματοποιείται κάθε Αύγουστο στην Piazza Grande. Το ιερό της Madonna del Sasso, στην άνω πόλη, είναι σημείο κατάνυξης και προσκυνήματος. Η παράδοση αναφέρεται σε όραμα που είδε ανήμερα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ένας φραγκισκάνος μοναχός το έτος 1480. Η επίσκεψη στον ιερό αυτό χώρο γίνεται με τελεφερίκ και οι επισκέπτες έχουν τη δυνατότητα να απολαύσουν μια πανοραμική θέα της πόλης. Το Castello Visconteo κτίστηκε περί τον 12ο αιώνα και πέρασε από πολλούς «ιδιοκτήτες», μάλλον κατακτητές, μέχρι ότου το 1503 να περιέλθει τελικά στους Eidgenossen. Το Locarno φημίζεται και για άλλα αξιοθέατα, όπως η Astrovia Locarno, μικρογραφία του ηλιακού μας συστήματος, που δεν έχουμε χρόνο να τα επισκεφτούμε.

Η επιστροφή είναι γνώριμη και πολυταξιδεμένη: Lugano, Bellizona, Airolo, Göschenen, Zug, Zurich. Ήδη έχει νυχτώσει και περνάμε πάλι την εκκλησία του Wassen στα τυφλά. Αυτήν την υπέροχη αλλά και ιστορική διαδρομή του St. Gottardo θα την διηγηθούμε στο τελευταίο μας οδοιπορικό.


10. περιήγηση: St. Gottardo
Ό,τι είναι ο Τρικούπης για τον ελληνικό σιδηρόδρομο, τόσο είναι και ο Alferd Escher για τα ελβετικά τρένα. Το άγαλμά του δεσπόζει ακριβώς στην είσοδο του σιδηροδρομικού σταθμού της Ζυρίχης. Είναι ο Ιδρυτής της Schweizerische Bundesbahn (SBB), δηλαδή των ελβετικών σιδηροδρόμων, της εταιρείας Gottardbahn και μιας εκ των μεγαλύτερων τραπεζών της Ελβετίας (Credit Suisse). Η εταιρεία Gottardbahn (σιδηρόδρομος της γραμμής St. Gottardo) κυριαρχούσε στις μεταφορές τον προηγούμενο αιώνα, επειδή τα τρένα της διέσχιζαν μία από τις σπουδαιότερες σιδηροδρομικές αρτηρίες της Ευρώπης. Ας πάρουμε τα γεγονότα με την ιστορική τους σειρά. 
 
St. Gottardo. Η Ιστορία. Το συγκρότημα των Άλπεων, με μέσο ύψος κορυφών τα 2000μ, είναι ένας ορεινός όγκος που χωρίζει την Ευρώπη στα δύο, στο βόρειο και στο νότιο τμήμα της. Είναι τόσο επίμηκες (εκτείνεται από τη Γαλλία μέχρι την Αυστρία) ώστε την εποχή των επιδρομών, οι εκστρατείες προς το Νότο αναγκάζονταν να διασχίζουν εκατοντάδες επιπλέον χιλιόμετρα και μάλιστα πεζή. Ακόμη, και σε περιόδους ειρήνης, η επικοινωνία των πόλεων ήταν αρκετά δύσκολη. Δεν υπήρχαν οι σημερινοί δρόμοι, μόνο κάποια μονοπάτια πάνω από τις Άλπεις, τα οποία έκλειναν κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Η κεντρική Ευρώπη φαινόταν «πολύ μακρινή» για το Νότο και τη Μεσόγειο. Αυτή η κατάσταση κράτησε τουλάχιστον μέχρι το 18ο αιώνα, με αποτέλεσμα να αναπτυχθεί, ενδεχομένως, η διαφορετικότητα στη νοοτροπία, όπως επέμενε ο πολυταξιδεμένος Telegdi.

Μόλις τον 19ο αιώνα άρχισε η συστηματική διάσχιση των Άλπεων με τη γνωστή ταχυδρομική άμαξα. Ο θρύλος των ταξιδιών αυτών ήταν τόσο έντονος, που αποτυπώθηκε και στον καμβά του καλλιτέχνη. Ο Rudolf Koller ζωγράφισε «την ταχυδρομική άμαξα» το 1873 (Εικ.49), που παρ’ όλη τη βιασύνη της, το ταξίδι από την Ελβετία μέχρι το Μιλάνο διηρκούσε περίπου 36 ώρες. Έτσι, το στενό του St. Gottardo έγινε γνωστό. Έζησε ανεπανάληπτες «ηρωικές» στιγμές, διπλωματικές συναντήσεις για ειρήνευση των περιοχών και αργότερα τουριστική αξιοποίηση. Ήταν επίσης συνδεδεμένο και με τοπικούς μύθους. Ένας από αυτούς ήταν ο Wilhelm Tell, από τον οποίον ο Rossini εμπνεύστηκε την ομώνυμη όπερα (με τη περίφημη Overture) και την παρουσίασε για πρώτη φορά το 1829.
 
Εικ. 49

 
Ο Wilhelm Tell (ή Guillaume Tell στα ιταλικά) είναι ένα μυθικό πρόσωπο της Ελβετίας που «έζησε» στις αρχές του 14ου αιώνα στο καντόνι του Uri. Σύμφωνα με την παράδοση, οι κάτοικοι της περιοχής εκείνης έπρεπε να υποκλίνονται στον τοπικό Άρχοντα, βγάζοντας το καπέλο τους. Ο Tell αρνήθηκε αυτήν τη συμπεριφορά και για να μην συλληφθεί τόσκασε στα βουνά. Γρήγορα όμως τον συνέλαβαν και για παραδειγματική τιμωρία τον ανάγκασαν να σημαδέψει, με ένα βέλος, το μήλο στο κεφάλι του γιου του! Κατά το μύθο λοιπόν, ο Tell ευστόχησε και τον άφησαν ελεύθερο. Ο μύθος συνεχίζει και με άλλες περιπέτειες του ήρωα που βασικά δεν μας ενδιαφέρουν. Παραμένει ζωντανός μέχρι τις ημέρες μας, γιορτάζοντας πρόσφατα τα 700 χρόνια του μαζί με τα γενέθλια της Ελβετίας.
St. Gottardo. Η κατασκευή. Ήδη από πολύ νωρίς αποδείχθηκε η χρησιμότητα μιας σιδηροδρομικής ένωσης μεταξύ Μονάχου και Μιλάνου κατά μήκος των Άλπεων. Ήδη βρισκόμαστε στην εποχή της βιομηχανικής επανάστασης και ένα τέτοιο έργο θεωρείτο εξαιρετικής σημασίας. Η επιτροπή που συγκροτήθηκε (περιελάμβανε μηχανικούς από την Ιταλία, από το κρατίδιο της Βυτεμβέργης και από Ελβετούς), συμφώνησαν στις 13 Οκτωβρίου του 1869 να προχωρήσουν στο ιστορικό επίτευγμα: τη διάνοιξη της σήραγγας του St. Gottardo (Εικ.50). Αν συγκρίνει κάποιος τις προδιαγραφές αυτού του έργου (πριν από 140 χρόνια) με τα σημερινά δεδομένα, μόνο τότε θα αντιληφθεί τη σπουδαιότητά του. Και αυτό χάριν των σχεδίων του γάλλου αρχιμηχανικού Louis Favre, όπου η σήραγγα έπρεπε να κατασκευαστεί σε υψόμετρο 1162μ (για γεωλογικούς κυρίως λόγους) και η ανωφέρεια της γραμμής να μην ξεπερνά το 25ο/οο. Αυτό σημαίνει πως το τρένο πρέπει να «σκαρφαλώσει» 634μ, όσο είναι η υψομετρική διαφορά από το Erstfeld στο Göschenen. Το ανάγλυφο του εδάφους δεν επιτρέπει την κατασκευή μίας ανωφέρειας με τόσο μεγάλη κλίση. Έτσι ο πολυμήχανος Favre επινόησε τη σπειροειδή ανύψωση, κατασκευάζοντας δύο κυκλικά τούνελ στην περιοχή του Wassen, καθιστώντας την ομώνυμη περιοχή ως την πλέον φημισμένη του St. Gottardo. Καθοδόν με το τρένο, μπορεί ο ταξιδιώτης να θαυμάσει την εκκλησία του Wassen τρεις φορές και από διαφορετικά επίπεδα, από χαμηλά, από το ίδιο επίπεδο και ψηλότερα. 
 
Εικ. 50 Δεξιά κάτω: ο γάλλος αρχιμηχανικός του έργου
και η «Συνάντηση» τη στιγμή της διάνοιξης.

Οι εργασίες κατασκευής άρχισαν το 1872 και από τις δύο εισόδους της σήραγγας (στα γερμανικά Portal) με σκοπό να συναντηθούν κάποτε! Οκτώ χρόνια κράτησε το «τρύπημα», κυρίως με δυναμίτη, πώς αλλιώς θα μπορούσε να σπάσει ο γρανίτης. Και όλα αυτά το 1880! Ήταν σούρουπο (για τον έξω κόσμο) της 29 Φεβρουαρίου του 1880, όταν οι γερμανόφωνοι εργάτες (από τη βόρεια πλευρά) και οι ιταλόφωνοι από την άλλη συναντήθηκαν για πρώτη φορά στη ζωή τους και δίνανε τα χέρια (Εικ. 50, δεξιά κάτω).
 
Το τούνελ του St. Gottardo ήταν ήδη μία πραγματικότητα με συνολικό μήκος 15km. Στην απερίγραπτη αυτή χαρά ολόκληρου του έθνους, κάποιοι δεν μπόρεσαν να χαρούν γιατί είχαν χάσει τη ζωή τους. Τριάντα εργάτες τραυματίστηκαν θανάσιμα από τις εκρήξεις, ενώ ο πρωτεργάτης του έργου, ο γάλλος μηχανικός Favre, είχε πεθάνει ένα χρόνο πριν (1879) από καρδιά. Το έργο δόθηκε στην κυκλοφορία το 1882. Τι σύμπτωση. Την ίδια χρονιά τίθεται σε λειτουργία η γραμμή Πελοποννήσου ΣΠΑΠ, δημιούργημα του Τρικούπη.
 
Οι Ελβετοί, πιστοί στην παράδοση των σηράγγων, ετοιμάζουν σήμερα το μεγαλύτερο τούνελ του κόσμου (παράλληλο με το St. Gottardo, μήκους 56.7km και με έναρξη λειτουργίας το 2016) που θα ονομαστεί Basic Gottardo Tunnel, με είσοδο στο Erstfeld και έξοδο στο Bodio του Ticino. Εμείς; Μέχρι τώρα μίλησα με θαυμασμό για το τεχνολογικό επίτευγμα του St. Gottardo. Δεν είμαι μόνο ενθουσιασμένος από την ιστορία του, αλλά το ότι είναι μία πύλη προς τις κεντρικές Άλπεις, που τόσο με έχουν εντυπωσιάσει. Φαντάζομαι ότι θα συμφωνήσετε μαζί μου, να περιηγηθούμε στη φυσική διαδρομή του St. Gottardo, δηλαδή πώς φθάνουμε μέχρι εδώ, να ανέβουμε σε υψόμετρο 2100μ, στο διάσελό του, και μετά να κατέβουμε ποδαράτοι από την αρχαία ρωμαϊκή οδό της Via Tremola στο Airolo. Ελάτε λοιπόν, το ταξίδι αρχίζει. 
 
Εικ. 51 Δορυφορική λήψη του Google για το ανάγλυφο της περιοχής μεταξύ Wassen και Göschenen.
Φαίνεται η οδική αρτηρία και η σιδηροδρομική γραμμή προς το τούνελ. 
Ο ταραχώδης ποταμός Reuss ρέει στην περιοχή.
 
St. Gottardo. Το ταξίδι. Ξεκινώντας ένα πρωί από τη Ζυρίχη, το ταξίδι φαίνεται κλασικό. Διασχίζεις τους λόφους με τις πανάκριβες βίλες και τα οικολογικά «πράσινα» σπίτια, όλα κατασκευασμένα με αμφιθεατρική θέα προς τη λίμνη της Ζυρίχης (Zürichsee). Το εξπρές, χωρίς να σταματήσει σε ενδιάμεσο σταθμό, μπαίνει σε ένα μικρό τούνελ και χάνεται από τη λίμνη, με κατεύθυνση προς την Zugersee και το Arth–Goldau, γνωστό από την πρώτη μας περιήγηση στην Ελβετία, το Rigi–Kulm. Η διαδρομή συνεχίζει στο καντόνι του Schwyz και συναντά το Βrunnen, πάνω στη λίμνη Vierwaldstättersee. Εδώ, το τρένο κάνει στάση, σχεδόν δίπλα είναι και η αποβάθρα των πλοιαρίων που κάνουν δρομολόγια στη λίμνη. Μην απορείτε αν το πλοίο περιμένει το τρένο. Έχουν ανταπόκριση και το τρένο έφθασε στην ώρα του! «Swiss accuracy» είναι πράγματι made in Switzerland. 
 
Η ακρίβεια δευτερολέπτου είναι εμφανής παντού. Στους δρόμους με τα πολλά ρολόγια, όλα δείχνουν πάντα την ίδια ώρα, τα λεωφορεία με τα τρένα, περιμένει το ένα το άλλο. Και δεν είναι μόνο αυτό. Οι δρόμοι και τα πεζοδρόμια τέλεια μελετημένα. Και αλίμονο αν μία μικρή πρασινάδα φυτρώσει στην άκρη του πεζοδρομίου. Αμέσως έρχονται υπάλληλοι του Δήμου με φιάλες βουτανίου και το καίνε, για να μην τολμήσει και ξανανθίσει (αυτό το έχω δει με τα μάτια μου)! Δικαίως, το σλόγκαν «με ελβετική ακρίβεια» έχει επικρατήσει ανά την υφήλιο.
 
Από εδώ, το τρένο ξεκινά για το μεγάλο προορισμό. Το τούνελ του St. Gottardo. Το Flüelen και το Altdorf είναι σημεία εξόρμησης για τα στενά του Klausen και την Linthtal (βλέπε 5. περιήγηση). Σιγά–σιγά το τρένο παίρνει την ανωφέρεια. Βρισκόμαστε κοντά στο Erstfeld, σε υψόμετρο περίπου 550μ, και βασικά εδώ αρχίζει η «ανάβαση». Κατευθυνόμαστε αντίθετα προς την πορεία ενός ορμητικού ποταμού και έχουμε εισέλθει στην κοιλάδα Reusstal (Εικ.51). Τα χωριουδάκια Silenen και Amsteg είναι πνιγμένα μέσα στο μουντό χρώμα του καιρού, ο ήλιος εδώ μόνο το καλοκαίρι τα θυμάται. Μπαινοβγαίνουμε σε μικρά και μεγαλύτερα τούνελ, ενώ αντικρίζουμε την εκκλησία του Wassen (Εικ.52). Είναι το κεντρικό σημείο ενδιαφέροντος της περιοχής. Έτσι, το αναφέρει η Wikipedia: «It is on the Gottard line and the rail lines makes a double loop near Wassen to help the trains deal with the climb». 
 
Σε λίγο αρχίζουν οι μεγάλες κούρμπες. Και να! βλέπουμε την εκκλησία τρεις φορές από διαφορετικά επίπεδα. Σε κάθε έξοδο από τα τούνελ βρισκόμαστε και ψηλότερα και η εκκλησία σε διαφορετική προοπτική. Δεν έχουμε πολύ χρόνο για να χορτάσουμε το φιδίσιο τοπίο. Όλα γύρω μας σκοτεινιάζουν και μέχρι να το αντιληφθείς, ξεπροβάλει μπροστά μας το St. Gottardo. Επιτέλους φθάσαμε! «Hier trennt der Weg, o Freund! Wo willst Du hin? Willst Du zum ew’gen Rom hinunterziehn, hinab zum heil’gen Köln, zum deutschen Rhein, nach Westen weit ins Frankenland hinein?». Αυτή η επιγραφή μάς καλωσορίζει στο παρεκκλήσι του Hospental στο St. Gottardo και είναι ενδεικτικό της κεντρικής θέσης του στενού ανάμεσα σε όλα τα στενά των Άλπεων. 
 
Από εδώ ξεκινούν τα νερά τους, ο Ρήνος, ο Ροδανός, ο Reuss και ο Tessin που κυριολεκτικά ξεχύνονται προς τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Από εδώ διέρχονται επίγειες οδικές αρτηρίες για τις γειτονικές περιοχές, αλλά και ουράνιες. «Corridor Amber 9» λέγεται ο αεροδιάδρομος που χρησιμοποιούν τα αεροπλάνα με κατεύθυνση προς το Νότο, ενώ τα αποδημητικά πουλιά ακολουθούν την ίδια πάντα πορεία. Η διαδρομή μέσα στο τούνελ διαρκεί περίπου δέκα λεπτά και ανάλογα με τον καιρό, σχηματίζει θολούρα στα τζάμια του βαγονιού. Συνήθως φθάνεις στο Göschenen (Εικ.53) μέσα στο κρύο και την ομίχλη, αλλά στην έξοδο σε περιμένει ο ηλιόλουστος μεσογειακός καιρός, η ζωντάνια του πολύχρωμου καντονίου Ticino.
Εικ. 52
Εικ. 53

Εικ. 54
Η νότια σιδηροδρομική διαδρομή προσφέρει επίσης αξέχαστες στιγμές μέχρι την Biasca. Καταρράκτες, γεφύρια και δασώδεις περιοχές είναι εξίσου εντυπωσιακές. Κυρίως το φθινόπωρο, που οι αποχρώσεις των φυλλωμάτων σε βαθύ κόκκινο, καφέ και μπρονζέ, συνδυάζονται μεταξύ τους σαν πιρουέτες της χλωρίδας για να αποκαλύψουν τους άπειρους χρωματισμούς της φύσης. Στο Faido, οι κούρμπες είναι το ίδιο αποκαλυπτικές όσο και στο Wassen (Εικ.54). Όμως εδώ δεν υπάρχει «εκκλησία» να θαυμάσεις, παρά μόνο ένα επίτευγμα της τεχνολογίας, ένας αιωρούμενος αυτοκινητόδρομος, που τον παρατηρείς άλλωστε από ψηλά και άλλοτε από χαμηλά.
 
Το τρένο κατευθύνεται με μεγάλη ταχύτητα για τη Belinzona και το Lugano. Η διαδρομή από το Airolo (νότια έξοδος του τούνελ) μέχρι τη Biasca είναι περίπου 46km και η υψομετρική διαφορά 850μ. H Biasca είναι ένα κομβικό χωριό για πολλές εξορμήσεις. Από εδώ ξεκινούν τα μικρά λεωφορεία των PTT για τις αλπικές διαδρομές του Malvaglia και του Disentis (Muster). Τα παλιά τα χρόνια, κοτσάρανε από εδώ και μία δεύτερη ατμομηχανή στους συρμούς των τρένων για να αντέξουν την ανηφόρα προς το τούνελ. 
 

Εικ.55 πάνω: το φράγμα και στο βάθος το Dammastock
κάτω: στο Göschenenalp με θέα το Sustenhorn.
 
Με τόση ποικιλία στη φύση, ασυνήθιστα μεγάλη για τόσο μικρή περιοχή, είναι κρίμα να μην περιηγηθούμε σε αυτό το πανέμορφο μέρος των κεντρικών Άλπεων. Άλλωστε, το είχα υποσχεθεί.
St. Gottardo. Dammastock. Αν λοξοδρομήσουμε δυτικά του Göschenen θα επισκεφτούμε το Göschenenalp σε υψόμετρο 1792μ. Εδώ οι Ελβετοί έχουν κάνει τεχνητό φράγμα και μαζεύουν τα νερά του παγετώνα Dammagletscher. Ο ορεινός όγκος Dammastock είναι πράγματι εντυπωσιακός όταν τον βλέπεις τρισδιάστατα. Η φωτογραφία τον αδικεί (Εικ.55). Έχει υψόμετρο 3630μ και είναι το ψηλότερο βουνό των κεντρικών Άλπεων. Βρίσκεται στο κέντρο του ρόμβου των ορεινών διάσελων Sustenpass–Furkapass–Gottardopass (Εικ. τα 5 Στενά των Άλπεων) και προσφέρει μαγευτική θέα σε ακτίνα πάνω από εκατό χιλιόμετρα. Μα, και όλη η διαδρομή είναι υπέροχη.
 
Ξεκινάς από το Göeschenen, πάνω και κάτω από καταρράκτες νερών και ανεβαίνεις την κοιλάδα, στην πλευρά του βουνού. Μόλις νομίζεις ότι φτάνεις, συναντάς ένα οροπέδιο και χρειάζεσαι ακόμη αρκετή ανηφόρα για το φράγμα. Οι γαλαρίες είναι μοναδικές, ενώ το κοντέρ του υψομέτρου όλο και ανεβαίνει. Το καταλαβαίνεις από τη βλάστηση. Κοντά στο Göeschenen, το τοπίο είναι μοναδικό στην ομορφιά των ελάτων και των κέδρων. Υψηλότερα αντικρίζεις ένα ατέλειωτο γκαζόν, σαν να το έχουν κουρέψει όλο το βουνό (πράγματι, αυτό είναι αλήθεια!) και στο τέλος μόνο αγριολούλουδα. Η «γοητεία» του υψομέτρου κτυπά κόκκινο. Στον ουρανό βλέπεις πεταλούδες αλλά και ανεμοπτεριστές να δημιουργούν εναέριο καλλιτεχνικό θέαμα. Η εκδρομή στο Göeschenalp έγινε με επισκέπτες από την Ελλάδα, κάτι που σήμαινε περιορισμό στην πεζοπορία, αλλά πλούσιο γεύμα! Στην επιστροφή είχαμε γίνει κουδούνια από την μπύρα και την ηλιόλουστη μέρα.
 
St. Gottardo. Andermatt. Από το Göschenen συνεχίζουμε προς το Andermatt με το σιδηρόδρομο Furka–OberalpBahn. Ταξιδεύοντας με τα κόκκινα–άσπρα βαγόνια του, νομίζεις ότι ταξιδεύεις τον περασμένο αιώνα. Όλα είναι σε αριστοκρατικό στυλ, ακόμη και το wagon–restaurant είναι επιπλωμένο με παλιές απλίκες, άσπρα κεντητά τραπεζομάντιλα και ο μάγειρας με ψηλό άσπρο καπέλο. Η διαδρομή προς το Andermatt θυμίζει τη διαδρομή του οδοντωτού των Καλαβρύτων, αλλά στο πολύ άγριο. Το νερό που κατεβαίνει στο φαράγγι Schöllenen είναι πολύ ορμητικό εξαιτίας των χιονών που λειώνουν μετά την Άνοιξη, με αποτέλεσμα, η διέλευση του ποταμού Reuss να είναι αδύνατη και το ορεινό χωριό σχεδόν πάντα αποκλεισμένο.
 
Εικ. 56

Η πρώτη γέφυρα για διέλευση του ποταμού έγινε το 1220, υπολείμματα της οποίας διακρίνονται ακόμη και σήμερα. Είναι το σημείο που η Ελβετοί καλούν Teufelsbrücke (γέφυρα του διαβόλου, Εικ.56), κάτι ανάλογο με την Κατάρα του Μετσόβου, στη χειρότερή της όμως έκδοση. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν τόσα τα θύματα πνιγμών κατά την κατασκευή της, ώστε η ιστορία της αποτέλεσε σενάριο για έργα τρόμου και ανατριχιαστικά παραμύθια. Το 1825, μία νέα γέφυρα παραδίνεται στην κυκλοφορία, και οι ταχυδρομικές άμαξες διασχίζουν το στενό με ασφάλεια.
 
Τα καθημερινά τους δρομολόγια κράτησαν σχεδόν μέχρι τις αρχές του ΄50, οπότε τότε η άμαξα αντικαταστάθηκε πλήρως από το λεωφορείο. Σήμερα έχει κατασκευαστεί ένας υπερσύγχρονος αλπικός οδικός άξονας, που τα αυτοκίνητα μπορούν με πλήρη ασφάλεια να μετακινούνται προς το Andermatt καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους (Εικ.57). Αξίζει να σταματήσεις στα μέσα της διαδρομής και να δεις από κοντά την ιστορία της γέφυρας του διαβόλου, να γευτείς την αγριάδα της φύσης και τα ορμητικά αφρίζοντα νερά του ποταμού. Μια σειρά από καλλιτέχνες του 18ου αιώνα εμπνεύστηκαν από το δραματικό σκηνικό της γέφυρας, π.χ. Carl Blechen (1798–1840, γερμανός ζωγράφος με έργα τα φανταστικά τοπία και τους δαίμονες), JMV Turner (1775–1851, άγγλος ρομαντικός ζωγράφος τοπίων) και Alexander Kotzebue (1815 –1889, ζωγράφος με έργα πολεμικών μαχών, περίφημο έργο του ο Στρατάρχης Suvorov στη διάσχιση του στενού Gottardo). Σε λίγο φθάνουμε στην κοιλάδα του Urseren και στο Andermatt.
 
Εικ. 57 Το φαράγγι του Schöllenen στην περιοχή του Andermatt. 
Από το λεύκωμα «Die schönsten Pässe und Höhenstrassen der Alpen», Εκδόσεις Weltbild, 1991. Προσέξτε την κίτρινη διαγράμμιση (ζέβρα), για τους πεζούς! 
Σημ.: μέσα σε δάσος έχω δει πινακίδα, απαγορεύεται το parking!!!

Το Andermatt βρίσκεται σε υψόμετρο 1447μ και ακριβώς κάτω από το χωριό, σε βάθος 300μ, διέρχεται το τούνελ του Gottardo. Σε κάποια σημεία της περιοχής διακρίνονται και οι σωλήνες εξαέρωσης του τούνελ. Αρχαιολογικά ευρήματα χρονολογούν ύπαρξη ανθρώπινης δραστηριότητας ήδη από το 4000 π.Χ. Οι πρώτοι κάτοικοι του χωριού πιθανολογείται ότι ήσαν κελτικές φυλές (ποιοι άλλοι θα μπορούσαν να ήταν), όπου γύρω στο 800 μ.Χ. ιδρύουν στο Disentis το ξακουστό Μοναστήρι. Η πρώτη επίσημη αναφορά για το Andermatt γίνεται το 1200, ενώ από το 1410 ανήκει στο καντόνι του Uri. To 1818 κατασκευάζεται ένα υποτυπώδες μονοπάτι και καθίσταται πλέον δυνατή η διάσχιση των κεντρικών Άλπεων. Το 1882 εγκαινιάζεται το τούνελ του St. Gottardo δημιουργώντας προβλήματα ανεργίας στην περιοχή (ποιος θα σταματήσει πλέον για καφέ στο καφενείο του Andermatt) και κάτοικοι μεταναστεύουν στην Αμερική. Βλέπετε ήταν η εποχή του Ellis island! Το 1917 συνδέεται σιδηροδρομικά με τις γύρω περιοχές και αξιοποιείται τουριστικά. Χιονοστιβάδες απειλούν το χωριό με καταστροφικά αποτελέσματα τα έτη 1951 και 1974.
 
Το 1980 ανοίγει το πολυπόθητο αλπικό τούνελ από το Realp στο Oberwald (βλέπε 8. περιήγηση) και έτσι η επικοινωνία με το καντόνι του Wallis και με όλη τη δυτική Ελβετία γίνεται και τους χειμερινούς μήνες. Η τουριστική ανάπτυξη της περιοχής εκτινάσσεται. Οι Ελβετοί «χωριάτες» γίνανε «αριστοκράτες» γκαρσόνια στη χώρα τους!! Δεν χάνουμε ευκαιρία να επισκεφτούμε με τελεφερίκ το Gemstock σε υψόμετρο 2961μ με πανοραμική θέα σε 600 βουνοκορφές (το γράφουν τα τουριστικά φυλλάδια της περιοχής, εγώ δεν τις μέτρησα). Είσαι μέσα στην ψυχή των Άλπεων. Ο ήλιος βρίσκεται πλησιέστερα στο κεφάλι σου κατά 3000 περίπου μέτρα από ότι σε μία παραλία της Κρήτης. Όμως αξίζει το κόπο. Το πρόσωπο κοκκινίζει χωρίς να το αντιληφθείς, γιατί το αεράκι σε δροσίζει. Τί απίθανη απόλαυση όλων των αισθήσεων και τί μαγευτική θέα! Κάτω διακρίνεις την κοιλάδα του Andermatt, το τρένο να ανεβαίνει για το Furkapass και γύρω σου χιονισμένες βουνοκορφές με τους αιώνιους παγετώνες, που μοιάζουν σαν το λειωμένο κερί που το έχεις αφήσει να κρυώσει. Δίπλα μου, ένας Αυστραλός τουρίστας από το Brisbane μονολογεί «εδώ, ο μύθος γίνεται πραγματικότητα»! 
 
Στην επιστροφή με το τελεφερίκ, το Andermatt ολοένα και μεγαλώνει. Θα σεργιανίσουμε στο συμπαθητικό χωριό και εδώ θα διανυκτερεύσουμε. Είναι αργά το βράδυ αλλά δεν με πιάνει ο ύπνος. Έχω μεγάλη αγωνία για την αυριανή. Είναι η μεγαλύτερη μέρα των περιηγήσεων. Θα πρέπει να γίνω «αετός» να ανοίξω τα φτερά μου για να κατακτήσουν το στενό των στενών, την ιστορική και σημαντικότερη διαδρομή που έχω κάνει ποτέ. Να επισκεφτώ ένα στενό και να το θαυμάσω, όπως το βλέπουν και το θαυμάζουν τα πουλιά. Το στενό του St. Gottardo.
 
 St. Gottardo. Το Στενό. Ε4 καλείται το ευρωπαϊκό μονοπάτι μεγάλων πεζοπορικών διαδρομών, που τμήμα του διασχίζει τον Όλυμπο. Το βουνό των Ολύμπιων θεών, το βουνό του μύθου και του φόβου (πόσα ατυχήματα έχουν συμβεί εκεί πάνω). Το ίδιο μονοπάτι Ε4 διασχίζει τη σημερινή μας τελευταία διαδρομή στις Άλπεις. Τη διαδρομή από το Andermatt στο στενο του St. Gottardo και στο Airolo. Αρχικά μάς καταλαμβάνει η έκπληξη. Ο δρόμος ανεβαίνει απότομα και ξαφνικά βλέπεις το τοπίο να ξεγυμνώνεται και να φορά αυτό το απέραντο βεραμάν χρώμα του με καφετί βούλες. 
 
Παντού γκαζόν και «εύθυμες» αγελάδες. Τις συναντάμε στο δρόμο μας, όπου βαριεστημένα κάνουν χώρο για να περάσουμε. Τη βοή των αυτοκινήτων και των συρμών που διασχίζουν τα τούνελ δεν την ακούμε, αισθανόμαστε όμως την παρουσία τους. Κάπου–κάπου βλέπουμε τους πελώριους σωλήνες εξαέρωσης, σαν τεράστιες φυσούνες με τους ανεμιστήρες τους, να προεξέχουν του εδάφους και είμαστε σίγουροι ότι κάτω, σε βάθος 1000 μέτρων κινούνται άνθρωποι πάνω σε σιδηροδρομικές ράγες ή στην άσφαλτο του τούνελ. Σχεδόν στην κορυφή αγναντεύουμε τις φιδίσιες στροφές που μόλις ανεβήκαμε και εντυπωσιαζόμαστε (Εικ.58). 
 
Εικ. 58

Το τοπίο γίνεται πιο ομαλό, πλησιάζουμε στο ψηλότερο σημείο της διαδρομής, σε υψόμετρο 2108μ, το γνωστό στενό του St. Gottardo (Εικ.59). Το ξακουστό αυτό όνομα το οφείλει στον Hl. Godehard (Άγιο Γοτθάρδος), βαυαρό επίσκοπο του Hildesheim. Στην πλατεία του χωριού επισκεπτόμαστε το μικρό Μουσείο που βρίσκουμε στοιχεία για το del San Gottardo, από γεωλογικά έως ιστορικά, όπως για τη μεγάλη μάχη των Γάλλων με τα Ρωσοαυστριακά στρατεύματα το 1799. Εδώ επίσης, εκτίθεται το βιβλίο επισκεπτών ενός μοναστηριού (που παρείχε φιλόφρονη φιλοξενία στους ταλαίπωρους διαβάτες του 18ου αιώνα) και ο σταυρός του οποίου βρέθηκε το 1975 με την επιγραφή: ANT BEFA MORTO LΙ 24 FEB 1820. 
 
Εικ. 59

Μία πινακίδα μας πληροφορεί για δύο αξιοσημείωτα γεγονότα της περιοχής: 1916, έτος του δριμύτερου χειμώνα που γνώρισε ο τόπος αυτός, 294 μέρες κράτησε ο χειμώνας και έπεσε περίπου επτά μέτρα χιόνι. Ήταν το έτος «παγετώνας» όπως έχει αναγνωριστεί διεθνώς. Ο Νιαγάρας είχε παγώσει ολικά, ο Τάμεσης επίσης, ενώ ζωγράφοι αποτύπωσαν την «παγωνιά» στα έργα τους. 1949, ο πιο ζεστός χειμώνας με ύψος χιονιού που δεν ξεπερνούσε το ένα μέτρο. 
 
Εικ. 60 via Tremola

Γεωγραφικά, η περιοχή βρίσκεται στα σύνορα δύο καντονίων, του Uri και του Ticino. Από εδώ ξεκινά ο δρόμος για το Airolo και το Lugano. Μετά από κάποια χιλιόμετρα συνεχίζει σε μία γαλαρία, για να προφυλάσσεται από πτώσεις λίθων, κυρίως όμως από χιονοστιβάδες και αρχίζει να κατηφορίζει αργά–αργά προ της πεδιάδα. Εμείς επιλέξαμε τον παλιό ρωμαϊκό δρόμο που διασχίζει την κοιλάδα Val Tremola και ξεχυνόμαστε μέσα στην περιπέτεια, όπως την έζησαν την εποχή του 17ου αιώνα.
 
Το μονοπάτι αυτό είναι αρκετά δύσκολο, επιστρωμένο με καλντερίμι, με συνεχείς στροφές και με εναλλαγές από τις δύο πλευρές του ποταμού (Εικ.60). Η περιοχή έχει πολλά νερά που αναβλύζουν κάτω από κάθε βράχο, από κάθε σημείο που προεξέχει. Αν δεν προσέχεις, λούζεσαι, μια δροσιά που την έχεις ανάγκη. Είναι καταμεσήμερο του Αυγούστου και με ένα ασυνήθιστο αίθριο καιρό. Βρισκόμαστε σε υψόμετρο 1577μ και μπροστά μας απλώνεται το Airolo. Ο φιδίσιος αυτοκινητόδρομος χάνεται ξαφνικά μέσα στο γρανιτένιο όγκο του τούνελ, ενώ μόλις διακρίνεται ο επαρχιακός δρόμος που ανεβαίνει προς το στενό του St. Gottardo, ενώ σε κάποιο του σημείο, διακλαδίζεται για το στενό του Nufenenpass και την κοιλάδα Bedretto.
 
Με το Airolo μάς χωρίζουν ακόμη 400μ υψομετρική διαφορά, την κούραση αρχίζουμε να την αισθανόμαστε στα γόνατα, που παίρνουν όλο το βάρος του σώματος κατά την κατάβαση. Είναι όμως το λιγότερο που σκεφτόμαστε, η θέα του τοπίου μάς έχει κλέψει όλες τις έννοιες μας. Γράφω στις σημειώσεις μου « … λίγες φορές στη ζωή μου έχω εκστασιαστεί από την ομορφιά του τοπίου… μία ατέλειωτη κοιλάδα μέχρι πέρα τη Bellinzona, ολόγυρά μου οι ορεινοί όγκοι να υψώνονται μέχρι τα 2000μ, κάτω ο ποταμός Tessin να οδεύει απαράκλητα προς την Αδριατική, πέρα το τρένο να χώνεται στο τούνελ, εκεί το Airolo, ένα όμορφο αλπικό χωριό και εγώ κάπου στη μέση. Ο συνδυασμός της τελειότητας έχει βρει εδώ τη φωλιά του. St. Gottardo, σε χαιρετώ και σ’ αγαπώ. Η ιστορία σου, η περιήγηση και η γνώση που μου πρόσφερες με ενθουσίασαν πολύ και δεν θα σε ξεχάσω. Θα ξανάρθω!». 
 
Επίλογος 
«Πρέπει να τελειώσει ένα ταξίδι για να αρχίσει το επόμενο» λέει μια κινέζικη παροιμία, αλλά δεν ισχύει για μας. Η παραμονή στην Ελβετία έφτασε στο τέλος της και σε λίγο επαναπατριζόμαστε. Μαζί με τα μπαγκάζια και τα βιβλία θα κουβαλήσουμε στην πατρίδα τις εμπειρίες, αυτή την άυλη περιουσία, που είναι ό,τι πολυτιμότερο έχουμε ως αιώνια κληρονομιά. Ακόμη και σήμερα, που έχουν περάσει αρκετά χρόνια, η θύμηση αυτών των περιηγήσεων πλανάται έντονα στο μυαλό μου και μερικές φορές πληγώνομαι, όταν από τις συγκρίσεις της καθημερινότητας θυμάμαι τον αείμνηστο Telegdi με τη φράση του «Sie, die Griechen, sind südlicher der Alpen». 
 
Uf Wiederluege Schwiiz, Good bye Switzerland. Ευχαριστίες Τον Γιώργο Γκέκο, συνάδελφο από το ETH Zürich και κάτοικο Ελβετίας, θέλω να ευχαριστήσω θερμά για την κριτική ανάγνωση των αλπικών περιηγήσεων, για την παρέα του και για τις πολύωρες συζητήσεις που είχαμε τότε. 
 
Η περιήγηση έγινε μεταξύ 1987-1991  ενώ η διαμόρφωση των κειμένων έγινε το Μάρτιο του 2021. Στο διάστημα που μεσολάβησε επισκέφτηκα πολλές φορές τις Άλπεις. Θέλω να πω, ότι κράτησα την υπόσχεσή μου να ξαναγυρίσω σε αυτά τα αγαπημένα μέρη είτε με τη δικαιολογία Erasmus είτε σε οργανωμένες πεζοπορίες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου